Πέρα από το μυθολογικό έπος των «Διονυσιακών» του Νόννου το οποίο αναφέρεται σε ένα καθαρά αστρονομικό ή ουράνιο επίπεδο με απολήξεις στην χθόνα σχετικά με τις εκστρατείες του Διονύσου στην ανατολή, λαμβάνουμε ως κύρια πηγή το «Περί Ίσιδος και Οσίριδος» του Πλουτάρχου κεφ. 13.
«Και όταν εβασίλευε ο Όσιρις τους μεν Αιγύπτιους αμέσως απήλλαξε από την γεμάτη στερήσεις θηριώδη ζωή αφού τους δίδαξε την γεωργία, τους εθέσπισε νόμους και τους δίδαξε να τιμούν τους θεούς (σημ: αστρονομία, φιλοσοφία, τέχνη, μυθολογία). Μετά ταξίδεψε σε όλη τη γη και εξημέρωσε τους τρόπους των ανθρώπων και ελάχιστες φορές μάλιστα χρειάστηκε τα όπλα γιατί τις περισσότερες φορές τους έθελγε μέσω της μουσικής, του τραγουδιού και της πειθούς του λόγου. Γι’ αυτό και οι Έλληνες πίστευαν ότι είναι ο ίδιος με τον Διόνυσο».
Φυσικά δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε τον Διόνυσο ως φυσικό ιστορικό πρόσωπο αλλά ως ένα ευρύτερο σύνολο στοιχείων και καταστάσεων με βαθύ μυθολογικό υπόβαθρο το οποίο ως έκφραση αποκτά υπόσταση μέσα από τον συμβολισμό του Διονύσου. Ο δε Νόννος αναφέρει ότι επικεφαλής της εκστρατείας του Διονύσου στην ανατολή ήταν ο Οφέλτης ο οποίος δεν είναι άλλος από τον Αστερίωνα.
Ο Διόνυσος σε γενικές γραμμές συμβολίζει την κάθοδο και άνοδο των ψυχών σε σχέση με τον ενδοκοσμικό νου και τον Σείριο (Όσιριος),σε άμεση σχέση τις φάσεις της Σελήνης ως υιός της Περσεφόνης (βλ. Ορφικούς Ύμνους προς Διόνυσον, Περσεφόνη, Εύβουλο),με ευρύτερες συμβολικές απολήξεις στο πολιτισμικό υπόβαθρο του Μεσογειακού χώρου και δή του ελλαδικού.
Όπως αναφέρει και ο Ευριπίδης στο έργο «Βάκχαι» στίχος 270: «Δύο δυνάμεις πρωτοήρθαν στους ανθρώπους, η θεά ΔΗΜΗΤΡΑ η Γη ή όπως θέλεις πες την που θρέφει τους ανθρώπους. Μετά ήρθε της ΣΕΜΕΛΗΣ γόνος ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ που με τον οίνο (σημείωση γραφόντα: αναφέρεται όχι μόνον στον οίνο καθ’ αυτό ως ποτό, αλλά στο νηπενθές νάμα των μυστηρίων, της μουσικής, του χορού, του πολιτισμού και των τεχνών) παύει τη λύπη των θνητών. Και σαν χορταίνουν το ποτό απ’ του αμπελιού τη ροή, ύπνο δίνει και λήθη στα κακά της ημέρας. Θεός χύνεται σπονδή στους αθανάτους ώστε για χάρη του οι θνητοί να μην στερούνται πλούτη. Τον περιγελάς που στον ΜΗΡΟ είναι ραμμένος; Θα σου εξιστορήσω μία όμορφη ιστορία: Όταν ο ΖΕΥΣ απ’ τη φωτιά του κεραυνού τον πήρε στον Όλυμπο τον έφερε ως θείον βρέφος. Η ΉΡΑ βάλθηκε να τον διώξει από τον ΟΥΡΑΝΟ. Ο ΖΕΥΣ σαν μέγας θεός κάτι άλλο μηχανεύθει. Απ’τον ΑΙΘΕΡΑ που κυκλώνει τη χθόνα μέρος κόβει και φτιάχνει άλλον ΔΙΟΝΥΣΟ και ΟΜΗΡΟ τον δίνει να πάψει το νείκος της για το Διόνυσο. Και με τα χρόνια είπανε πως τράφηκε ραμμένος μέσα στου Δία το Μηρό και το μετάλλαξαν σε ΟΜΗΡΟΣ κι έτσι το μύθο πλάσανε πώς τάχα ο Διόνυσος ήταν όμηρος της Ήρας». Ο ΑΣΤΕΡΙΩΝ ως Υιός του Κομήτου (βλ. «Αργοναυτικά» Ορφέως στίχο 164) σχετίζεται άμεσα με την Κρήτη και τον (πρό)Μινωϊκό πολιτισμό της. Ας μην ξεχνάμε ότι η Κρήτη έλαβε το όνομά της από τον βασιλιά Κρίς ενώ πριν ονομαζόταν Αίθρα.
Ο Αστερίων έλαβε ως σύζυγο την Ευρώπη και «υιοθέτησε» τους υιούς της από τον Δία, τον Μίνωα, τον Ραδάμανθυ και τον Σαρπηδώνα. Οι παραπάνω πληροφορίες συνδέονται κυρίως με τα Αστερούσια Όρη και τον Τσούτσουρα, το πιθανό μέρος συνάντησης του Μίνωα με τον Δία, όπου κάθε 9 έτη ελάμβανε τους νόμους του βασιλείου του και όπως αναφέρει ο Όμηρος εννεαώρως εβασίλευε. Ο δε Αστερίων κατά την παράδοση συνδέεται και με τον Μινώταυρο. Στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους διαβάζουμε σχετικά: «Στην Κρήτη, ο Ταύρος ταυτίζεται με τον Ουρανό και τον Ήλιο που γονιμοποιούν τη Γή, ενώ το θηλυκό στοιχείο συσχετίζεται με τη Σελήνη, που το σχήμα της θυμίζει τα κέρατα. Έτσι, ο Γάμος του Ταύρου με την Αγελάδα, είναι μαζί Γάμος Ήλιου και Φεγγαριού. Αργότερα, τα πρόσωπα του Ιερού αυτού Γάμου τα υποδύεται ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα της Κνωσού που το όνομά της Πασιφάη δηλαδή Ολόφωτη, δείχνει ακριβώς τη σχέση Βασίλισσας – Θεάς με την Σελήνη. Ο Υιός της ο Μινώταυρος, άνθρωπος με κεφαλή Ταύρου, λέγεται και «Αστερίων», γιατί και αυτός, όπως και ο πατέρας του σχετίζεται με τον έναστρο ουρανό…».
Στον Ορφικό Ύμνο στο Διόνυσο αναφέρεται: «Τον βαρυβρόντη Διόνυσο που Ευάν Ευοί κραυγάζει, τον πρωτογενή που έχει δυο φύσεις και γεννήθει τρείς φορές τον Βασιλέα Βάκχειο που ζει μέσα στους αγρούς, τον Δίμορφο, το Διπλοκερασφόρο, τον Κισσοστεφανομένον, τον Απόκρυφον που είναι Βακχικός, Αγνός, με Ταύρου Πρόσωπο».
Τα παραπάνω σχετίζονται και με την Αμάλθεια Αίγα που έθρεψε τον νεογέννητο Δία στο Ιδαίον Άντρον όπως και με τους Ιδαίους δάκτυλους και τους Κορυβαντικούς Χορούς, τους Κουρήτες και την θεμελίωση του Μινωικού Πολιτισμού που σαν κυρίαρχο σύμβολο είχε τον Διπλούν Πέλεκυν και τον Ταύρο πάνω στην μητριαρχική πελασγική Κρήτη.
Ένα πρόχειρο συμπέρασμα είναι ότι ο Αστερίων συνδέεται άμεσα με τον Διόνυσο. Κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο πρώτος είναι προσωποποίηση του δευτέρου. Αν ο Διόνυσος είναι κάτι το πολύ γενικό στα δισερεύνητα πλαίσια της μυθολογίας, τότε ο Αστερίων είναι κάτι πιο ειδικό. Δύο στοιχεία που ρίχνουν αρκετό φως στα μυστήρια που περικλείουν το πρόσωπο του Διονύσου μέσα στην μυθολογία. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Αστερίων και οι υπόλοιποι Αργοναύτες ήταν φυσικά ιστορικά πρόσωπα αλλά προσωποποιήσεις που απεικονίζουν συμβολικές μυθολογικές / κοσμογονικές / ψυχοκαθοδικές καταστάσεις με απολήξεις στην χθόνα. Ό,τι ισχύει δηλαδή και με τους θεούς αλλά σε ακόμη ευρύτερα επίπεδα, με την διαφορά ότι ο Διόνυσος ενσαρκώνει τους θεούς από το μικροκοσμικό – υποατομικό ως το μακροκοσμικό – υπερκόσμιο επίπεδο ως δομή ή έκφραση ενός νου παρά ως οντότητα. Αφού δεν αφήσαμε ασαφές και αυτό το ζήτημα, αλλά σηματοδοτήσαμε κάποιες πτυχές του, πάμε παρακάτω.
Οι απόγονοι ή το αποτέλεσμα της εκστρατείας του Αστερίωνος στην ανατολή είναι οι Δραβίδες και ο Ινδικός πολιτισμός. Η σχέση της ελληνικής φιλοσοφίας με τις ανατολικές θρησκείες είναι άμεση και πολύ στενή με τη χαώδη διαφορά ότι οι θρησκείες -ανατολικές και μη- είναι δόγματα δηλαδή κλειστές σε νέες ιδέες, ενώ η φιλοσοφία είναι ανοικτή σε διαρκώς νέες ιδέες. Έχουν όμως πάρα πολλά κοινά με την Κοσμοθεώρηση των Ελλήνων και κυρίως των Πυθαγορίων, των Πλατωνικών και του Ηράκλειτου δίχως να γνωρίζω και να μπορώ να απαντήσω το γιατί. Ίσως οι Έλληνες φιλόσοφοι να σχετίζονται με τους Ντέβα Αβατάρ του Ινδουϊσμου…
Η ινδουιστική φιλοσοφία μιλάει για έναν υλικό κόσμο ψευδαισθήσεων όμοιο με το «Μή όν» των Ελλήνων και κυρίως των επικούριων, των σοφιστών (με άλλες διαφορές) και των σκεπτικών. Η ύλη διαρκώς υπόκειται στον νόμο της φθοράς γιʼ αυτό και δεν μπορεί να συλληφθεί από τον νου μας μέσω των αισθήσεών μας, καθώς αυτό που παρατηρούμε τώρα μετά από λίγο θα αλλάξει, ακόμη κι εμείς οι ίδιοι θα αλλάξουμε. Πάνω σε αυτή τη λογική έρχεται η πλατωνική φιλοσοφία σαφώς επηρεασμένη από την ελεατική να υποστηρίξει ότι το Όλον είναι Πολλά και Έν με τη διαφορά ότι κάποιοι εκ των Ελεατών όπως ο Ζήνων και ο Παρμενίδης υποστήριξαν ότι το Έν προϋπάρχει των Πολλών και κάποιοι εξ αυτών όπως ο Εμπεδοκλής υποστήριξαν ότι το Έν και τα Πολλά συνυπάρχουν. Ο δε Πλάτων θεώρησε ότι στον Υλικό κόσμο επικρατεί η Λήθη ενώ στον κόσμο των Ιδεών η Α-λήθεια και σκοπός όλων των όντων είναι η ανέλιξη προς αυτήν, κάτι ανάλογο με τον πραγματικό σκοπό της ζωής στον ινδουισμό και κυρίως τον Μπεκτιβεντάντα Σουάμι Πραμπουπάντα η φιλοσοφική θεώρηση του οποίου άρχισε να προσδιορίζει τα λεπτά όρια μεταξύ ινδουιστικής φιλοσοφίας ,θρησκείας και μυστικισμού.
Ο Κρίσνα ο «άπειρα ελκυστικός» του ινδουισμού επί της ουσίας είναι ο «άπειρα ελκυστικός» κόσμος των Ιδεών του Πλάτωνα και σκοπός των ψυχών είναι κατά τον Πλάτωνα η συναναστροφή με τις αληθινές Ιδέες προς αυτόβουλη και συνειδητή μείωση των υλικών παθών, με αποτέλεσμα την λύτρωση των ψυχών και την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά της ύλης και της διαρκούς παλιγγενεσίας (μετεμψύχωσης) θεωρία σαφώς προερχόμενη από τους Ορφικούς και του Πυθαγόρειους.
Ο Κόσμος των Ιδεών λοιπόν είναι το αληθινό ΕΙΝΑΙ το οποίο είναι κάτι σαν καθαρό φως και αείζωη ενέργεια αλλά περισσότερο ιδεατό. Ωστόσο ο Πλάτων διατηρώντας ταυτόχρονα και τις παραδόσεις των προσωκρατικών Ελεατών ως προς το ΈΝ διατύπωσε ότι το ΕΝ είναι διφυές ως ΕΝ τέλειο (ενέργεια) και ως Μονάδα εξελίξιμη (ύλη) εντός του οποίου ωστόσο το αρχικό ΈΝ το πλατωνικό Αγαθόν διατηρεί την υπερβατικότητά του σε σχέση με το όντως Όν ή Μονάδα η οποία μετέχει στο γίγνεσθαι και συνεπώς είναι ταυτόχρονα καλή και κακή ή ορθότερα φθαρτή και άφθαρτη. Ο δε Αριστοτέλης αναφέρει ότι το Όλον είναι Ουσία. Πάνω στην έννοια του καλού και του κακού ο Ηράκλειτος αναφέρει «Το καλό και το κακό είναι ένα και το αυτό» απόσπασμα 58 όσον αφορά το Όλον, ενώ όσον αφορά το ΈΝ λέει Ένα είναι το σοφό, να γνωρίσεις τον λόγο που κυβέρνησε τα πάντα μέσω των πάντων» στο απόσπασμα 41. Διαβάζοντας στο βιβλίο «Τέλειες ερωτήσεις τέλειες απαντήσεις» του Σουάμι Πραμπουπάντα σελ. 35 «Βασάμσι τζιρνάνι γιατά βιχάγια , που σημαίνει «Τώρα φοράς ένα πουκάμισο και όταν παλιώσει θα το πετάξεις και θα πάρεις άλλο» βρίσκουμε την ρήση του Ηράκλειτου που αναφέρει «αθάνατοι θνητοί , θνητοί αθάνατοι» 62 και «είναι τέρψη ή θάνατος για τις ψυχές να γίνονται υγρές. Τέρψη είναι η πτώση στη γέννηση».
Η ζωή μας γεννιέται από τον θάνατό τους και η ζωή μας γεννιέται από τον θάνατό τους» απόσπασμα 77. Συνεχίζοντας τον Διάλογό του ο Πραμπουπάντα στον διάλογό του (σχεδόν πλατωνικό) συνεχίζει λέγοντας «Τί είναι αυτό που αλλάζει το άλλο ; Τι είναι αυτό που μένει σταθερό; (θυμίζοντας τον διάλογο «Τίμαιο» που ρωτάει ο Σωκράτης «Τι είναι αυτό που υπάρχει αεί και δεν γεννήθηκε και τί εκείνο που διαρκώς γίνεται;) Συνεχίζοντας ο Σουάμι: Το ΆΤΜΑ (ψυχή). Από τη μία ζωή στην άλλη. Ο πραγματικός σου εαυτός. Ποιός είναι αυτός που μιλάει μέσα σου; Ποιός είναι αυτός που μιλάει μέσω εμού;» Πάνω σε αυτό υπενθυμίζω το σοφό γνωμικό των προγόνων μας ΓΝΩΘΙ Σ’ ΑΥΤΟΝ σε ισορροπία πάντα με το ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ.
Ο Κρίσνα και το Άτμα. Ο Απόλλων και ο Διόνυσος. Το ΕΝ και τα Πολλά. Η Ύλη και η Ενέργεια. Το Είναι και το Μη Είναι. Η Ψυχή και ο Θεός. Εντός του Γίγνεσθαι των προσωκρατικών «ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ» που θα έλεγε και ο Ηράκλειτος. Τα πάντα μεταστοιχειώνονται σε διάφορες μορφές ύλης και ενέργειας και η ανθρώπινη ύπαρξη και υπόσταση είναι μέρος τους εμπεριέχοντας τον ανθρώπινο λόγο ως μέρος του συμπαντικού ο οποίος μετέχει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, χρόνου και αιωνιότητας, ύλης και ενέργειας. «Όσο μακριά κι αν σε βγάλει ο δρόμος τα πέρατα της ψυχής δεν θα τα βρεις, τόσο βαθύ λόγο εμπεριέχει», λέει ο Ηράκλειτος αποσπ. 45 και «Σʼ όλους τους ανθρώπους έχει δοθεί η αυτογνωσία και η φρόνηση 116,» στα ίδια ποτάμια μπαίνουμε και δεν μπαίνουμε είμαστε και δεν είμαστε», απόσπ. 49, αλλά ταυτόχρονα «αδύνατον να μπούμε δύο φορές στον ίδιο ποταμό», απόσπασμα 91, καθώς τα πάντα μεταβάλλονται, όπως «το πυρ ζει το θάνατο της γης, κι ο αέρας το θάνατο του πυρός, το ύδωρ το θάνατο του αέρα και η γη του ύδατος», Ηράκλ., απόσπ. 76.
Βάση του Ινδουισμού και των ανατολικών φιλοσοφιών τα πάντα μεταστοιχειώνονται και αποτελούν μία πλάνη για τον άνθρωπο (Μάγια) διότι τίποτε δεν κρατάει για πάντα και δεν υπάρχει αμετάβλητο, ενώ το μόνον αληθινό είναι η ουσία των πάντων το άπειρα ελκυστικό (Κρίσνα) είναι αυτό που υπάρχει αμετάβλητο σαν κοσμική ενέργεια (Ατμα) και σκοπός της είναι η επιστροφή προς την ευδαιμονία (Νιρβάνα) μέσω της διαλεκτικής μας σχέσης με τη ζωή και το θάνατο (Διαλογισμός) και της άσκησης / αναπνοής του αθλητισμού – άθλων (Γιόγκα/Ζέν). «Διόνυσος και Αΐδης εν και το αυτό» Ηράκλειτος απόσπ. 15. ΓΙΝ και ΓΙΑΝΓΚ… Ο Ηράκλειτος και ο Πλάτων ήταν δύο από όλους τους Έλληνες. Την «ελληνικότητα» του πολιτισμού της ανατολής ήρθε να ενδυναμώσει και να αναζωπυρώσει η εκστρατεία ελληνοποίησης του Αλεξάνδρου στην Ανατολή, όπου εκεί συνάντησε πολιτισμούς που του είπαν «κι εμείς Έλληνες είμαστε» και ο ίδιος συχνά τους έλεγε «Και τώρα μπορείτε να καλείστε Έλληνες». Κατά κάποιο παράδοξο (;;;) τρόπο συναντούμε στοιχεία και σύμβολα του ελληνικού πολιτισμού όχι μόνον στις Ινδίες, αλλά και στην Νότια Κίνα και στο Θιβέτ. Αν παρατηρήσουμε φυσιογνωμικά και πολιτισμικά την φυλή των Καλάς στο Αφγανιστάν ή την φυλή Σίκχ (Σινδούς) στα σύνορα του Πακιστάν θα βγάλουμε αρκετά σημαντικά συμπεράσματα. Μετά από αυτά ας σκεφτούμε τον ρόλο των Ταλιμπάν απέναντι στην παγκοσμιοποίηση ως πυρήνας αντίδρασης καθώς και τον πνευματικό ρόλο των Σούφι της βόρειας Ινδίας και του Θιβέτ στην Ασιατική Ήπειρο.
Ας μην ξεχνάμε ότι κατά την μυθολογία ο Διόνυσος μεγάλωσε στο όρος της Νύσσας (βλ. «Αλεξάνδρου Ανάβασις» του Αρριανού Δ/27 Ι ) αλλά και λαμβάνοντας υπʼ όψιν το ακόλουθο απόσπασμα του Αρριανού από τα «Ινδικά» (Ε 12) σχετικά με την καταγωγή των Σίβας ή Σίνδων και λαμβάνοντας υπʼ όψιν την ετυμολογική συγγένεια των Σίβας με την Ινδική Θεότητα Σίβα….: «Όσον αφορά τους Σίβας οι οποίοι ήταν γένος Ινδικόν επειδή ορισμένοι τους είδαν να ντύνονται με δέρματα, ισχυρίζονται ότι είναι υπολείμματα του στρατού εκ της εκστρατείας του Ηρακλέους επειδή μάλιστα οι Σίβαι φέρουν και ράβδο ώς ανάμνησιν του ροπάλου του Ηρακλέους». ενώ στα «Αργοναυτικά» του Ορφέως στίχος 1046 διαβάζουμε: «Έπειτα τρέχοντες (η Μήδεια και ο Ιάσων) το ρεύμα του ποταμού Φάσι λόγω ανοησιών εις το μέσο της πεδιάδος έφτασαν που κατοικούν οι Γυμνοί, οι Βουονόμαι, και οι αγρότες Άρκυες, επίσης και η φυλή των Κερκετικών υπερήφανων Σινδών». Η σημερινή φυλή των Σίντ δηλαδή.