Η ανθρώπινη διανόηση συχνά οφείλει πολλά στους αδικημένους της ιστορίας. Πολλά από τα επιτεύγματα του ανθρώπινου πνεύματος βασίζονται στο έργο και στις προσπάθειες ανθρώπων, που άφησαν ελάχιστα ή και καθόλου ίχνη στην ιστορία. Οι λόγοι γι’ αυτό είναι πολλοί. Άλλοτε η αντίθεσή τους με έναν ηγεμόνα τους στοίχισε την ανωνυμία, καθώς το έργο τους καταδικαζόταν στην αφάνεια ή την πυρά. Άλλοτε, πυρκαγιές, πόλεμοι, πλημμύρες, ναυάγια και σεισμοί εξαφάνιζαν το έργο τους.
Αρκετές φορές, πάντως, ο μεγαλύτερος εχθρός του έργου των αφανών σοφών ήταν … ανταγωνιστές τους, που ήθελαν να το καπηλευτούν. Στο σημερινό κείμενο θα δούμε τα ψίχουλα που άφησε για μας ένα φωτεινό και πολύπλευρο μυαλό της ελληνιστικής εποχής: ο Αγαθαρχίδης ο Κνίδιος.
Ο Αγαθαρχίδης είναι κλασικό παράδειγμα αρχαίου, τον οποίο ο νεοέλληνας θυμάται κυρίως για το όνομα, παρά για το έργο του. Γεννημένος στην Κνίδο στα τέλη του 3ου αι. π.Χ., μετέβη νωρίς στην Αλεξάνδρεια, είτε για να σπουδάσει είτε για να εργαστεί. Έγινε γραμματέας του Ηρακλείδη της Λέμβου, σημαντικού άνδρα στην αυλή του Πτολεμαίου Στ΄ και πρεσβευτή στη Συρία. Ακολούθησε τον Ηρακλείδη στις διαπραγματεύσεις του με τον Αντίοχο της Συρίας για τη σύναψη ειρήνης και λόγω της θέσης του είχε μάλλον πρόσβαση στα βασιλικά αρχεία. Χάρη σ’ αυτό και άλλα ταξίδια του ως μέλος διπλωματικών αποστολών, έγραψε πολλά έργα, που θα τα χαρακτηρίζαμε «γεωγραφικά», αλλά βρίθουν ιστορικών, εθνογραφικών πληροφοριών και φιλοσοφικού στοχασμού. Από το έργο του (δεκάτομη ιστορία της Ασίας, 49τομη ιστορία της Ευρώπης και πεντάτομος Περίπλους της Ερυθράς Θάλασσας) ελάχιστα αποσπάσματα έχουν σωθεί στο έργο άλλων.
Ο «Περίπλους» της Ερυθράς Θάλασσας ήταν αποτέλεσμα ταξιδιών του για να προωθηθεί το εμπόριο των Πτολεμαίων με την Ινδία. Είναι ο πρώτος που χρησιμοποιεί τον όρο Ερυθρά Θάλασσα με τη σημερινή έννοια κι όχι εννοώντας ολόκληρο τον Ινδικό Ωκεανό, όπως ο Ηρόδοτος. Ήταν επίσης ο πρώτος που έγραψε για τις Διοσκουρίδες Νήσους, δηλ. τα νησιά Σοκότρα στη νότια είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας. Παραπλέοντας τα παράλια της αραβικής χερσονήσου, αλλά και της έναντι αφρικανικής ηπείρου, έκανε λεπτομερείς περιγραφές των ντόπιων λαών (Ναβαταίοι, Λιθυανίτες, Μιναίοι, Σαβαίοι, Αιθίοπες), για τη μορφολογία του εδάφους, το κλίμα, τη χλωρίδα και την πανίδα. Να σημειωθεί δε ότι η Ερυθρά Θάλασσα πήρε το όνομά της όχι από το χρώμα των νερών της, αλλά – όπως εικάζουν οι αρχαιολόγοι – γιατί εκεί ζει από αρχαιοτάτων χρόνων ένα υδρόβιο φυτό (Trichodesmium erythraeum), το οποίο εποχιακά παράγει κόκκινα λουλούδια που επιπλέουν στην επιφάνειά της.
Ίχνη από το ταξίδι του Αγαθαρχίδη και άλλων Πτολεμαϊκών αποστολών στην Ερυθρά Θάλασσα φέρνει συνεχώς στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη. Μόλις το 2020 Αιγύπτιοι αρχαιολόγοι ανασκάπτοντας ναό της Ίσιδας στο λιμάνι της Βερενίκης Τρωγλοδυτικής (σημερινή Μπαρανίς, ένα από τα λιμάνια που αναφέρει κι ο Αγαθαρχίδης) ανακάλυψαν γλυπτά με ινδικές επιρροές: μεταξύ άλλων, μια ομάδα κεφαλών που μιμούνται χαρακτηριστικά της ελληνοϊνδικής τεχνοτροπίας Γκαντάρα, που αναπτύχθηκε στην ομώνυμη περιοχή, σήμερα τμήμα του Πακιστάν και του Αφγανιστάν. Η Βερενίκη ιδρύθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. από τον Πτολεμαίο Β΄ “Φιλαδέλφο” στη δυτική ακτή της Ερυθράς Θάλασσας και χρησίμευσε ως εμπορικό κέντρο με την Ανατολική Ακτή της Αφρικής, της Ινδίας και της Αραβίας, κυρίως για τη μεταφορά πολεμικών ελεφάντων.
Ακολουθώντας τους Αιγύπτιους διπλωμάτες, ο Αγαθαρχίδης περιέγραψε όλα τα λιμάνια της Ερυθράς Θάλασσας από τον Μυός Όρμο στα βόρεια (κοντά στο σημερινό φράγμα του Ασσουάν) ως το λιμάνι της Αδούλης στην έξοδο της Ερυθράς Θάλασσας προς τον Ινδικό Ωκεανό κι έπειτα τη διαδρομή από τη Μαλαώ (πόλη στο ανατολικό κέρας της Αφρικής) προς τις αφιλόξενες περιοχές της νότιας Αραβίας και της Γεδρωσίας (σημερινό νότιο Ιράν), ενώ παρέθεσε μια εναλλακτική διαδρομή που ακολουθούσαν όσοι ξανοίγονταν στον Ινδικό Ωκεανό προς τη νότια Ινδία και τη νήσο Ταπροβάνη (σημερινή Σρι Λάνκα).
Πριν τον Αγαθαρχίδη, ο Σκύλαξ είχε κάνει με εντολή του Δαρείου τον Περίπλου της χερσονήσου της Αραβίας. Παρόλο που δεν πάτησε το πόδι του στην ενδοχώρα, ο Σκύλαξ έγραψε για μυθικά πλάσματα που ζούσαν εκεί: τους Κυνοκέφαλους (ανθρώπους με κεφάλι σκύλου) και τους Ενωτοκοίτες (δηλ. ανθρώπους που έχουν τόσο μεγάλα αυτιά, που σκεπάζονται μ’ αυτά όταν κοιμούνται). Ο Αγαθαρχίδης πάλι, αν και δεν παραλείπει να αφηγηθεί μύθους για τέρατα που υποτίθεται ότι ζούσαν στις ανεξερεύνητες από τον ελληνορωμαϊκό κόσμο περιοχές, εντούτοις φρόντισε να γνωρίζει τους ντόπιους και να ελέγχει κριτικά όσα περιέγραφε. Πολλές ιστορίες του θεωρούνταν μύθοι ώσπου να επιβεβαιωθούν πρόσφατα από εξερευνητές, όπως π.χ. το κυνήγι των ελεφάντων στην Αφρική.
Η βασική συνεισφορά του Κνίδιου σοφού είναι ότι προσπάθησε να καταλάβει τις αιτίες συμπεριφοράς και τα περίεργα ήθη και έθιμα των λαών που δεν είχαν σχέση με Έλληνες ή Ρωμαίους, χωρίς να είναι επικριτικός. Ανέφερε π.χ. ότι οι Αιθίοπες είχαν το έθιμο να σκοτώνουν τους ηλικιωμένους και τους αρρώστους, επειδή ήταν αναγκασμένοι να ζούν σε πολύ σκληρές κλιματικές συνθήκες. Πίσω από το απάνθρωπο έθιμο μιας άλλης φυλής να πετά τους νεκρούς της στη θάλασσα είδε τη βαθύτερη συναίσθηση των «άγριων» για τον αέναο κοσμικό κύκλο που συνδέει τη γέννηση με τη φθορά.
Συναντώντας φυλές που δεν είχαν γλώσσα συνεννόησης, ο Αγαθαρχίδης απέφυγε να τις χαρακτηρίσει «απολίτιστες», καθώς είδε κυριευμένη την ψυχή τους από τη μουσική, ενώ σε κάθε φιλονικία τους παρατήρησε ότι ζητούσαν και υποτάσσονταν στην αυθεντία των γηραιών γυναικών της φυλής. Σε άλλο σημείο του «Περίπλου» του, ο Αγαθαρχίδης επικρίνει ρητά την υποτιμητική στάση απέναντι στους μαύρους, συμπεριφορά που είχε παρατηρηθεί και στην αρχαιότητα, κυρίως στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
Βασικός σκοπός του ήταν να κατανοήσει πως λειτουργούν οι «πρωτόγονοι» λαοί βάσει των κανόνων της φύσης, δηλ. χωρίς θετό δίκαιο. Μέσα από τις παρατηρήσεις του επιδίωξε να αναχθεί στην αρχέγονη κατάσταση του ανθρώπου, χωρίς να περιφρονεί τις φυλές αυτές, όπως π.χ. έβλεπαν οι «πολιτισμένοι» Κινέζοι τους άλλους λαούς ή οι αποικιοκράτες τους Αφρικανούς το 19ο αιώνα.
Ο Αγαθαρχίδης ήταν ένας πολυπράγμων σοφός. Από φιλοσοφική άποψη ήταν οπαδός της περιπατητικής σχολής και αντίπαλος του ασιανισμού, μιας φιλοσοφικής σχολής που έδινε προβάδισμα στη ρητορική έναντι της φιλοσοφίας. Έχει επηρεαστεί από τον Επίκουρο, ιδίως κατά την περιγραφή των πρωτόγονων λαών, αλλά κατά βάση ήταν ένας μορφωμένος άνθρωπος της εποχής του, με πολλά ενδιαφέροντα και ανησυχίες. Χάρη σ’ αυτές έγινε π.χ. ο πρώτος άνθρωπος που ερμήνευσε το φαινόμενο της περιοδικής πλημμύρας του Νείλου, δηλαδή όλου του φαινομένου της παλίρροιας• οι εύστοχες παρατηρήσεις του για τα παράσιτα του ανθρώπινου οργανισμού τον έκαναν μακρινό πατέρα της παρασιτολογίας.
Η ιστορία επιφύλαξε στον Κνίδιο σοφό τη μοίρα όλων των ευνοούμενων. Με την άνοδο στο θρόνο του Πτολεμαίου Φύσκωνος (του «Κοιλαρά») το 145 π.Χ., ο Αγαθαρχίδης και άλλοι λόγιοι, που είχαν ευνοηθεί από τον προηγούμενο μονάρχη, διώχθηκαν. Αναγκάστηκε σε προχωρημένη ηλικία ν’ αφήσει την Αλεξάνδρεια είτε για την πατρίδα του την Κνίδο είτε για την Αθήνα ώσπου πέθανε λίγο μετά το 132-131π.Χ. Το έργο του είχε μεγάλη αναγνώριση στην αρχαιότητα: τον αντέγραψαν ασύστολα ο Διόδωρος ο Σικελιώτης κι έπειτα ο Στράβωνας. Χάρη στον Πατριάρχη Φώτιο και τη «Μυριόβιβλό» του έχουμε κάποια κομμάτια από το έργο του. Από το έργο του δε επηρεάστηκε ένας άλλος μεγάλος σοφός της ύστερης αρχαιότητας: ο Ποσειδώνιος ο Ρόδιος, για τον οποίο θα μιλήσουμε στο επόμενο κείμενό μας.
Αν έπρεπε σήμερα να συγκρατήσουμε κάτι από τη ζωή του Αγαθαρχίδη, θα ήταν το κριτικό του πνεύμα και η απόφασή του να μην επικρίνει κάθετι το διαφορετικό• αν έπρεπε κάτι να ευχηθούμε για το έργο του είναι να βρεθούν από τους αρχαιολόγους και τους παπυρολόγους τα δεκάδες βιβλία που έγραψε για να κερδίσει ξανά η ανθρωπότητα κάτι από την καθημερινή σοφία αυτού του λαμπερού ανθρώπου.
ΠΗΓΕΣ:
www.lavyrinthos.gr , Γιάννης Δρίτσουλας