[1.1] Ο Δίδυμος ο γραμματικός στη γραπτή απάντησή του προς τον Ασκληπιάδη σχετικά με τους άξονες του Σόλωνα έχει δώσει την πληροφορία κάποιου Φιλοκλή, σύμφωνα με την οποία παρουσιάζει τον Σόλωνα να έχει πατέρα τον Ευφορίωνα, ενώ όλοι οι άλλοι γενικά, όσοι αναφέρονται στον Σόλωνα, έχουν αντίθετη άποψη. [1.2] Υποστηρίζουν δηλαδή όλοι ομόφωνα ότι πατέρας του ήταν ο Εξηκεστίδης, που ως προς την περιουσία και την πολιτική του δύναμη ανήκε, όπως λένε, στη μεσαία τάξη των πολιτών, αλλά ως προς την καταγωγή του ανήκε στην πρώτη τάξη, αφού η αρχή αναγόταν στον Κόδρο. [1.3] Όσο για τη μητέρα του Σόλωνα, ο Ηρακλείδης ο Ποντικός γράφει ότι ήταν εξαδέλφη της μητέρας του Πεισιστράτου.
[1.1] Δίδυμος ὁ γραμματικὸς ἐν τῇ περὶ τῶν ἀξόνων τῶν Σόλωνος ἀντιγραφῇ πρὸς Ἀσκληπιάδην Φιλοκλέους τινὸς τέθεικε λέξιν, ἐν ᾗ τὸν Σόλωνα πατρὸς Εὐφορίωνος ἀποφαίνει παρὰ τὴν τῶν ἄλλων δόξαν ὅσοι μέμνηνται Σόλωνος. [1.2] Ἐξηκεστίδου γὰρ αὐτὸν ἅπαντες ὁμαλῶς γεγονέναι λέγουσιν, ἀνδρὸς οὐσίᾳ μὲν ὥς φασι καὶ δυνάμει μέσου τῶν πολιτῶν, οἰκίας δὲ πρώτης κατὰ γένος· ἦν γὰρ Κοδρίδης ἀνέκαθεν. [1.3] τὴν δὲ μητέρα τοῦ Σόλωνος Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς ἱστορεῖ τῆς Πεισιστράτου μητρὸς ἀνεψιὰν γενέσθαι,
[1.4] Γι᾽ αυτό αναπτύχθηκε μεγάλη φιλία μεταξύ των δύο αυτών ανδρών αρχικά λόγω της συγγένειας αλλά και δυνατή λόγω της ευφυΐας και της ομορφιάς του Πεισιστράτου, καθώς, όπως λένε μερικοί, ο Σόλων ήταν ερωτευμένος μαζί του. [1.5].[σ.σ. Τρεις αιώνες αργότερα, περίπου το 330 π.Χ., ο Αριστοτέλης απέρριπτε κατηγορηματικά αυτά τα σχόλια ως ανοησίες, ισχυριζόμενος ότι δεν ήταν δυνατόν να ήταν ο Σόλων εραστής του Πεισίστρατου καθώς είχαν διαφορά ηλικίας μεγαλύτερη από τριάντα χρόνια.] Αυτός ήταν ο λόγος, άλλωστε, που αργότερα, όπως φαίνεται, όταν ήρθαν σε σύγκρουση στα πολιτικά, η αντιπαλότητά τους δεν προσέλαβε τον χαρακτήρα κανενός σκληρού και άγριου πάθους, αλλά διατηρήθηκε στις ψυχές τους η παλαιά εκείνη τρυφερότητα και διαφύλαξε την ερωτική ανάμνηση και χάρη «ως ζωντανή ακόμη ανάμνηση φλόγας θεϊκής να τους κρυφοκαίει». [1.6] Ότι ο Σόλων δεν μπορούσε να αντισταθεί στην ομορφιά ούτε είχε την τόλμη να αντιταχθεί στον έρωτα, «όπως ο πυγμάχος σε αγώνα», είναι δυνατό να το συμπεράνει κανείς τόσο από τα ποιήματά του όσο και από έναν νόμο που συνέταξε, όπου ρητά απαγόρευε σε δούλο να αλείφεται με λάδι στις παλαίστρες και να συνάπτει ερωτικές σχέσεις με παιδιά, γιατί κατ᾽ αυτόν οι σχέσεις αυτού του είδους συγκαταλέγονταν στις καλές και σοβαρές ενασχολήσεις των ανθρώπων — έτσι, με τον τρόπο αυτόν παρότρυνε τους άξιους πολίτες σε δραστηριότητες από τις οποίες απέκλειε τους ανάξιους. [1.7] Λέγεται ακόμη ότι και ο Πεισίστρατος ήταν εραστής του Χάρμου και ότι είχε αφιερώσει το άγαλμα του Έρωτα στην Ακαδημία, όπου ανάβουν φωτιά οι δρομείς κατά την ιερή λαμπαδηδρομία.
[1.4] καὶ φιλία τὸ πρῶτον ἦν αὐτοῖς πολλὴ μὲν διὰ τὴν συγγένειαν, πολλὴ δὲ διὰ τὴν εὐφυΐαν καὶ ὥραν, ὡς ἔνιοί φασιν ἐρωτικῶς τὸν Πεισίστρατον ἀσπαζομένου τοῦ Σόλωνος. [1.5] ὅθεν ὕστερον ὡς ἔοικεν εἰς διαφορὰν αὐτῶν ἐν τῇ πολιτείᾳ καταστάντων, οὐδὲν ἤνεγκεν ἡ ἔχθρα σκληρὸν οὐδ᾽ ἄγριον πάθος, ἀλλὰ παρέμεινεν ἐκεῖνα τὰ δίκαια ταῖς ψυχαῖς καὶ παρεφύλαξε «τυφόμενα Δίου πυρὸς ἔτι ζῶσαν φλόγα», τὴν ἐρωτικὴν μνήμην καὶ χάριν. [1.6] ὅτι δὲ πρὸς τοὺς καλοὺς οὐκ ἦν ἐχυρὸς ὁ Σόλων οὐδ᾽ ἔρωτι θαρραλέος ἀνταναστῆναι «πύκτης ὅπως ἐς χεῖρας», ἔκ τε τῶν ποιημάτων αὐτοῦ λαβεῖν ἔστι, καὶ νόμον ἔγραψε διαγορεύοντα δούλῳ μὴ ξηραλοιφεῖν μηδὲ παιδεραστεῖν, εἰς τὴν τῶν καλῶν μερίδα καὶ σεμνῶν ἐπιτηδευμάτων τιθέμενος τὸ πρᾶγμα, καὶ τρόπον τινὰ τοὺς ἀξίους προκαλούμενος ὧν τοὺς ἀναξίους ἀπήλαυνε. [1.7] λέγεται δὲ καὶ Πεισίστρατος ἐραστὴς Χάρμου γενέσθαι, καὶ τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἔρωτος ἐν Ἀκαδημείᾳ καθιερῶσαι, ὅπου τὸ πῦρ ἀνάπτουσιν οἱ τὴν ἱερὰν λαμπάδα διαθέοντες.
[2.1] Ο πατέρας του είχε ξοδέψει σημαντικό μέρος της περιουσίας του για φιλανθρωπικούς σκοπούς, όπως λέει ο Έρμιππος, και σε κάποιες καλοσύνες. Γι᾽ αυτό ο Σόλων, αν και θα είχε ανθρώπους που θα ήθελαν να του σταθούν οικονομικά, ωστόσο, ντρεπόμενος να παίρνει χρήματα από άλλους αυτός που προερχόταν από οικογένεια που είχε συνηθίσει να προσφέρει βοήθεια σε άλλους, στράφηκε με ζέση στο εμπόριο από νεαρή ηλικία. Ορισμένοι όμως λένε ότι ο Σόλων ταξίδεψε μάλλον για να πλουτίσει τις εμπειρίες και τις γνώσεις που παρά για να αποκτήσει χρήματα. [2.2] Γιατί κατά κοινή ομολογία ήταν εραστής της σοφίας, ώστε και σε μεγάλη ακόμη ηλικία έλεγε «γηράσκω αεί πολλά διδασκόμενος». [2.3] Ο Σόλων όχι μόνο δεν θαύμαζε τα πλούτη αλλά και έλεγε ότι όμοια πλούσιος είναι «όποιος έχει πολύ ασήμι και χρυσάφι και σιτοβολώνες και άλογα και μουλάρια και όποιος αρκείται μόνο να έχει την κοιλιά του γεμάτη, πνεύμονες γερούς, να γεύεται τον έρωτα του αγοριού και της γυναίκας, όταν έρθει η ώρα γι᾽ αυτά, και μια ζωή που να ταιριάζει με τις διάφορες του ανθρώπου ηλικίες». [2.4] Αλλού, εξάλλου, λέει: «επιθυμώ βέβαια να έχω χρήματα, αλλά, να τα αποκτήσω με άδικο τρόπο, αρνούμαι· σίγουρα θα έρθει αργότερα η τιμωρία». [2.5] Ένας καλός και κοινωνικός άνθρωπος δεν ενδιαφέρεται να αποκτήσει περιττά πράγματα μήτε όμως και αδιαφορεί για την κάλυψη των αναγκαίων σε βαθμό ικανοποιητικό. [2.6] Σύμφωνα, άλλωστε, με τον Ησίοδο, σε εκείνα τα παλαιά χρόνια «η δουλειά δεν είναι καθόλου ντροπή» ούτε και η τέχνη ήταν προσβλητική· απεναντίας, το εμπόριο έφερνε και δόξα, γιατί, εξοικειώνοντας τους εμπόρους με τους βαρβάρους και δημιουργώντας φιλίες με βασιλείς, τους πλούτιζε με εμπειρίες πολλών πραγμάτων. [2.7] Ορισμένοι μάλιστα έγιναν και οικιστές μεγάλων πόλεων, όπως ο Πρώτης της Μασσαλίας, που αγαπήθηκε από τους Κέλτες της περιοχής του Ροδανού ποταμού. [2.8] Λένε ακόμη ότι και ο Θαλής ασχολήθηκε με το εμπόριο καθώς και ο Ιπποκράτης ο μαθηματικός· επίσης και για τον Πλάτωνα λένε ότι κατά την αποδημία του στην Αίγυπτο διέθεσε προς πώληση ποσότητα λαδιού για να καλύψει τα έξοδα της εκεί παραμονής του.
[3.1] Το να ξοδεύει λοιπόν ο Σόλων με ευκολία το χρήμα, να ζει με πολυτέλεια και να μιλάει στα ποιήματά του για τις ηδονές της σάρκας σαν αμόρφωτος και όχι ως φιλόσοφος, πιστεύουν ότι οφείλεται στον τρόπο ζωής του ως εμπόρου· γιατί, καθώς η ζωή αυτή ενέχει πολλούς και μεγάλους κινδύνους, προβάλλει και την απαίτηση για κάποιες διασκεδάσεις και απολαύσεις. [3.2] Ο Σόλων, άλλωστε, κατέτασσε τον εαυτό του μάλλον στην τάξη των φτωχών παρά των πλουσίων. Αυτό γίνεται φανερό από αυτά που λέει σε ένα ποίημά του: [3.3] «πολλοί κακοί άνθρωποι είναι πλούσιοι, αντίθετα, οι καλοί είναι φτωχοί· εμείς όμως δεν θα ανταλλάξουμε την αρετή με τα πλούτη· γιατί η αρετή είναι πάντοτε σταθερή, ενώ τα πλούτη σήμερα τα έχει ο ένας αύριο ο άλλος». [3.4] Φαίνεται πως αρχικά δεν ασχολήθηκε στην ποίησή του καθόλου με σοβαρά θέματα, αλλά την είχε ως ένα μέσο διασκέδασης για να περνάει ευχάριστα σε ώρες σχόλης. Με τον καιρό όμως ενέταξε στα ποιήματά του και γνώμες φιλοσόφων και πολλά κοινωνικά γεγονότα· επιδίωξή του δεν ήταν τόσο να τα μάθουν οι άνθρωποι και να τα θυμούνται, όσο να δώσει ένα είδος απολογισμού των πεπραγμένων· εξάλλου, σε μερικά έδινε συμβουλές και προσπαθούσε να νουθετήσει ή και να επιπλήξει τους Αθηναίους.
[3.5] Ορισμένοι μάλιστα λένε ότι ακόμη και τους νόμους επιχείρησε να δημοσιεύσει σε μετρική μορφή έπους, και αναφέρουν μάλιστα και την αρχή του ποιήματος, που είναι διατυπωμένη ως εξής:
«Ας ευχηθούμε πρώτα στον βασιλιά Δία,
τον γιο του Κρόνου, να δώσει σ᾽ αυτούς τους
θεσμούς τύχη αγαθή και δόξα».
[3.6] Από τη λεγόμενη ηθική φιλοσοφία έδειξε κυρίως κλίση στο πολιτικό μέρος, όπως οι περισσότεροι, άλλωστε, από τους σοφούς της εποχής του. Σε ό,τι αφορά στη φυσική φιλοσοφία ήταν πολύ απλοϊκός και με παλαιές αντιλήψεις, όπως δείχνουν οι εξής στίχοι:
[3.7] «Η χιονοθύελλα και το χαλάζι προκαλούνται
από τα σύννεφα, η βροντή προέρχεται από τη λάμψη της αστραπής.
Η θάλασσα αναταράσσεται από τους ανέμους· εάν όμως δεν την ανακατεύει κανένας, είναι η πιο γαλήνια από όλα τα πράγματα».
[3.8] Γενικά φαίνεται πως μόνο η φιλοσοφία του Θαλή εκείνη την εποχή έφτασε θεωρητικά σε σημείο να ξεπεράσει τις ανάγκες της καθημερινής ζωής· οι υπόλοιποι απόκτησαν το όνομα του σοφού από την αρετή της πολιτικής τους δράσης.
[4.1] Παραδίδεται πως οι (εφτά) σοφοί είχαν κάποια συνάντηση μεταξύ τους όλοι μαζί στους Δελφούς και άλλη μια στην Κόρινθο· τη δεύτερη αυτή κοινή συνάντηση συγκάλεσε ο Περίανδρος, που παρέθεσε μάλιστα και συμπόσιο προς τιμήν τους. [4.2] Το κύρος όμως και τη φήμη τους επαύξησε ακόμη περισσότερο η περιφορά του τρίποδα, που πέρασε διαδοχικά από τα χέρια όλων των σοφών, αλλά που με εξαιρετική αβροφροσύνη τον παραχωρούσε ο ένας στον άλλον. [4.3] Για τον τρίποδα αυτόν λένε πως, την ώρα που κάποιοι ψαράδες από την Κω έριχναν τα δίχτυα στη θάλασσα, κάποιοι ξένοι από τη Μίλητο είχαν αγοράσει προκαταβολικά την ψαριά τους, χωρίς να ξέρουν το είδος και την ποσότητα των ψαριών στο δίχτυ· αντί για ψάρια όμως φάνηκε να τραβά το δίχτυ έναν χρυσό τρίποδα, που λένε ότι είχε ρίξει εκεί η Ελένη επιστρέφουσα από την Τροία, επειδή θυμήθηκε κάποιον παλαιό χρησμό.
[4.4.] Αρχικά ξέσπασε καβγάς ανάμεσα στους ξένους από τη Μίλητο και στους ψαράδες από την Κω για το δικαίωμα κατοχής του τρίποδα· στη συνέχεια ανέλαβαν να λύσουν τη διαφορά οι πόλεις τους· καθώς όμως κατέληξε σε πόλεμο μεταξύ τους, η Πυθία χρησμοδότησε να δωρίσουν τον τρίποδα στον πιο σοφό άνθρωπο. [4.5] Έτσι, στάλθηκε αρχικά στον Θαλή στη Μίλητο, επειδή οι κάτοικοι της Κω πρόσφεραν αυθόρμητα σε εκείνον ξεχωριστά τον τρίποδα για τη διεκδίκηση του οποίου είχαν κηρύξει πόλεμο εναντίον όλων των Μιλησίων. Καθώς όμως ο Θαλής αποφάνθηκε ότι σοφότερος από τον ίδιο ήταν ο Βίας, ο τρίποδας έφτασε σε εκείνον, και από εκείνον στέλνονταν διαδοχικά σε άλλον ως πιο σοφό κάθε φορά.
[4.6] Στη συνέχεια κάνοντας τον γύρο και περνώντας από τον έναν στον άλλον, κατέληξε με τον τρόπο αυτόν για δεύτερη φορά στον Θαλή· τελικά μεταφέρθηκε από τη Μίλητο στη Θήβα, όπου αφιερώθηκε στον Ισμήνιο Απόλλωνα. [4.7] Ο Θεόφραστος όμως λέει ότι ο τρίποδας στάλθηκε αρχικά στην Πριήνη, στον Βίαντα, και κατόπιν στη Μίλητο στον Θαλή, σταλμένος από τον Βίαντα, για να φτάσει, με τον τρόπο αυτόν περνώντας από όλους, ξανά στον Βίαντα· τελικά στάλθηκε στους Δελφούς. [4.8] Αυτά λοιπόν διαθρυλούνται από τους περισσότερους· πλην όμως κάποιοι υποστηρίζουν ότι δεν ήταν τρίποδας αλλά φιάλη, που στάλθηκε ως δώρο από τον Κροίσο, ενώ κάποιοι άλλοι ότι ήταν κύπελλο, που το άφησε εκεί ο Βαθυκλής.
[5.1] Κάποιοι κάνουν ιδιαίτερη αναφορά σε κάποια συνάντηση του Ανάχαρση καθώς και του Θαλή με τον Σόλωνα, όπως επίσης και σε κάποιες συζητήσεις που είχαν μεταξύ τους. [5.2] Λένε πως, όταν ο Ανάχαρσης είχε επισκεφτεί την Αθήνα, είχε χτυπήσει την πόρτα του σπιτιού του Σόλωνα λέγοντας ότι είναι ξένος και έχει έρθει για να γίνει φίλος του και να φιλοξενηθεί από αυτόν. Όταν ο Σόλων του απάντησε ότι είναι προτιμότερο να δημιουργεί κανείς φιλίες στην πατρίδα του, ο Ανάχαρσης του είπε: «τότε, αφού εσύ είσαι στην πατρίδα σου, κάνε φιλία με εμένα και φιλοξένησέ με».
[5.3] Ο Σόλων θαύμασε την εξυπνάδα του ανδρός με την απάντηση που του έδωσε, τον υποδέχτηκε εγκάρδια στο σπίτι του και τον κράτησε κοντά του για κάποιο διάστημα. Αυτά γινόταν σε εποχή που ήδη είχε αρχίσει ο Σόλων να ασχολείται με την πολιτική και να συντάσσει τους νόμους. [5.4] Όταν λοιπόν το έμαθε ο Ανάχαρσης γέλασε με αυτές τις ασχολίες του Σόλωνα, που πίστευε ότι θα περιόριζε τις αδικίες και την απληστία των συμπολιτών του με γραπτές διατάξεις, που δεν διαφέρουν καθόλου από τον ιστό της αράχνης, αλλά, όπως εκείνος, θα συγκρατήσουν τα ασθενικά και αδύναμα άτομα, αλλά θα σπάσουν κάτω από την πίεση των ισχυρών και πλουσίων.
[5.5] Σε αυτά τα λόγια του Ανάχαρση λένε πως ο Σόλων απάντησε ότι οι άνθρωποι τηρούν τις συμφωνίες εκείνες που σε κανέναν από τους συμβαλλομένους δεν συμφέρει να τις παραβιάζει, και ότι αυτός προσαρμόζει τους νόμους προς τα συμφέροντα των συμπολιτών του με τέτοιο τρόπο, ώστε να δείξει σε όλους ότι το να ενεργούν σύμφωνα με τη δικαιοσύνη είναι προτιμότερο από το να παρανομούν.
[5.6] Τα πράγματα όμως εξελίχτηκαν μάλλον όπως είχε συμπεράνει ο Ανάχαρσης παρά όπως έλπιζε και υπολόγιζε ο Σόλων. Παραβρέθηκε ο Ανάχαρσης σε μια συνέλευση του λαού της Αθήνας και εκείνο που του έκανε εντύπωση ήταν, έλεγε, ότι στους Έλληνες, ενώ μιλούν οι σοφοί, αποφασίζουν οι άσχετοι.
[6.1] Όταν κάποτε ο Σόλων επισκέφτηκε τον Θαλή στη Μίλητο, του εξέφρασε την απορία του, που είχε αδιαφορήσει εντελώς να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Ο Θαλής δεν του απάντησε τότε αμέσως, αλλά, αφήνοντας να περάσουν λίγες ημέρες, του παρουσίασε έναν ξένο, που έλεγε ότι τάχα μόλις είχε έρθει από την Αθήνα ύστερα από ταξίδι δέκα ημερών.
[6.2] Όταν ο Σόλων ζήτησε να μάθει αν έφερνε κανένα νέο από την Αθήνα, δασκαλεμένος ο άνθρωπος για όσα έπρεπε να πει, «τίποτε το καινούριο» απάντησε «εκτός, μά τον Δία, από την κηδεία ενός νέου, που παρακολούθησε όλη η πόλη. [6.3] Γιατί ήταν γιος, όπως έλεγαν, σπουδαίου άνδρα, που στην αρετή κατείχε την πρώτη θέση μεταξύ των συμπολιτών του· έλεγαν όμως ότι δεν παρευρισκόταν στην κηδεία, αλλά ότι έλειπε από την Αθήνα πολύν καιρό».
[6.4] «Ω ο δυστυχής εκείνος» είπε ο Σόλων· «πώς τον έλεγαν;». «Άκουσα» είπε «το όνομά του, αλλά δεν το συγκράτησα· θυμάμαι μόνο ότι γινόταν πολύς λόγος για τη σοφία και τη δικαιοσύνη του». [6.5] Καθώς με τον τρόπο αυτόν ύστερα από κάθε απάντηση του ξένου όλο και μεγάλωνε ο φόβος του Σόλωνα και τελικά είχε ήδη συγκλονιστεί, υπέβαλε ο ίδιος στον ξένο το όνομα, ρωτώντας τον μήπως ο νεκρός ήταν γιος του Σόλωνα.
[6.6] Όταν ο άνθρωπος απάντησε καταφατικά, ο Σόλων δεν κρατήθηκε και άρχισε να χτυπά το κεφάλι του και να κάνει και να λέει όσα συμβαίνουν σ᾽ αυτούς που πέφτουν σε τέτοιες συμφορές. Τότε ο Θαλής τον κράτησε και γελώντας τού είπε: «αυτά είναι, Σόλωνα, που με κρατούν μακριά από το γάμο και από την απόκτηση παιδιών, που ακόμη και εσένα με τον χαλύβδινο χαρακτήρα σε κάνουν ερείπιο. Μην ανησυχείς όμως γι᾽ αυτά που είπε ο ξένος, γιατί δεν είναι αληθινά». [6.7] Αυτά λοιπόν, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ερμίππου, ιστορεί ο Πάταικος, που ισχυριζόταν ότι στο πρόσωπό του είχε μετεμψυχωθεί ο Αίσωπος.
[7.1] Αλλόκοτος και ταπεινός είναι όποιος αδιαφορεί να αποκτήσει όσα πρέπει από τον φόβο μήπως τα χάσει. Με αυτή τη λογική, δεν θα επιθυμούσε κανένας να αποκτήσει ούτε πλούτη, ούτε δόξα, ούτε σοφία από φόβο μήπως στη συνέχεια τα στερηθεί.
[7.2] Καθόσον βλέπουμε ότι και η αρετή, από την οποία δεν υπάρχει κανένα απόκτημα μεγαλύτερο ούτε και πιο ευχάριστο, και αυτή καταστρέφεται από τις αρρώστιες και από τα φάρμακα. Εξάλλου και ο Θαλής, με το να μην παντρευτεί, δεν ήταν εντελώς απαλλαγμένος από φόβο, εκτός και αν κατόρθωνε να αποφύγει την απόκτηση και φίλων και συγγενών και πατρίδας. Αλλά και ο ίδιος ο Θαλής, όπως λένε, υιοθέτησε τον γιο της αδερφής του Κύβισθο.
[7.3] Γιατί, καθώς η ψυχή έχει μέσα της την τάση να αγαπά και έχει πλαστεί από τη φύση της να αισθάνεται, να σκέφτεται και να θυμάται, κατά τον ίδιο τρόπο έχει πλαστεί και να αγαπά. Γι᾽ αυτό, όσοι δεν έχουν κάτι δικό τους να αγαπήσουν, διεισδύει στην τάση αυτή της ψυχής και φυτρώνει η αγάπη για ξένα πράγματα. Κι όπως συμβαίνει σε ένα σπίτι ή μια περιοχή χωρίς γνήσιους κληρονόμους, ξένοι και νόθοι και υπηρέτες εισβάλλουν και καταλαμβάνουν τη διάθεση της ψυχής για αγάπη και δημιουργούν συνήθως μαζί με την αγάπη και ανησυχίες και φόβους γι᾽ αυτούς.
[7.4] Γι᾽ αυτό λοιπόν είναι δυνατόν να δει κανείς ανθρώπους να κρατούν πεισματικά αρνητική στάση απέναντι στον γάμο και στην απόκτηση παιδιών και από την άλλη τους ίδιους ανθρώπους να βασανίζονται από τον πόνο και να θρηνούν γοερά για τα παιδιά δούλων ή τα τέκνα παλλακίδων, όταν αυτά αρρωσταίνουν ή πεθαίνουν. Ορισμένοι μάλιστα για τον χαμό σκύλων και αλόγων περιήλθαν από τον πόνο σε κατάσταση αισχρή και δεν ήθελαν τη ζωή τους.
[7.5] Αντίθετα, άλλοι, αν και έχασαν λαμπρά παιδιά, δεν έπαθαν τίποτε το φοβερό ούτε και έκαναν κάτι για το οποίο να ντρέπονται, αλλά συνέχισαν να ζουν ως λογικοί άνθρωποι. Γιατί ο αδύναμος χαρακτήρας, όχι η αγάπη, προκαλεί λύπες χωρίς τελειωμό και φόβους σε ανθρώπους που δεν έχουν διδαχτεί από τη λογική να αντιμετωπίζουν τις αντιξοότητες της τύχης. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί ούτε καν χαίρονται αυτό που ποθούν και όταν ακόμη το έχουν μπροστά τους, επειδή διακατέχονται από οδύνη, τρόμο και αγωνία μήπως στο μέλλον το χάσουν.
[7.6] Δεν είναι όμως σωστό να αντιμετωπίζουμε την πιθανή στέρηση χρημάτων με τη φτώχεια μήτε το χάσιμο των φίλων με την απομόνωση από τους ανθρώπους μήτε τον θάνατο των παιδιών με το να αποφεύγουμε να κάνουμε παιδιά, αλλά να αντιμετωπίζουμε τα πάντα με τη λογική. Σε ό,τι αφορά στο ζήτημα αυτό, αυτά είναι προς το παρόν περισσότερα από όσα χρειάζονται.
[8.1] Επειδή οι Αθηναίοι είχαν κουραστεί ύστερα από έναν μακροχρόνιο και δύσκολο πόλεμο με τους Μεγαρείς για τη Σαλαμίνα, θέσπισαν νόμο που απαγόρευε να κάνει κανείς γραπτή ή προφορική πρόταση ότι πρέπει η πόλη να διεκδικήσει ξανά τη Σαλαμίνα, αλλιώς να τιμωρηθεί με θάνατο. Μην αντέχοντας ο Σόλων αυτή την ντροπή και βλέποντας πολλούς νέους να χρειάζονται αφορμή για τον πόλεμο, αλλά να μην έχουν το θάρρος να τον αρχίσουν οι ίδιοι εξαιτίας του νόμου, έκανε τον τρελό και άφησε να διαρρεύσει η είδηση στην πόλη από τους δικούς του ότι βρίσκεται σε κατάσταση παραφροσύνης. Έγραψε κρυφά ελεγείες, τις μελέτησε καλά ώστε να τις αποστηθίσει και έτρεξε ξαφνικά στην αγορά φορώντας σκούφο στο κεφάλι. [8.2] Και όταν μαζεύτηκε κόσμος πολύς, ανέβηκε στο βήμα του κήρυκα και τραγούδησε όλη την ελεγεία, που αρχίζει ως εξής:
Ήρθα με δική μου πρωτοβουλία ως κήρυκας
από την αγαπημένη Σαλαμίνα,
για να πω ωραίο τραγούδι που το έκανα
αντί να αγορεύσω.
Το ποίημα αυτό φέρει τον τίτλο Σαλαμίς και αποτελείται από εκατό στίχους φτιαγμένους με πολλή χάρη. [8.3] Τότε, αφού τραγούδησε ο Σόλων την ελεγεία και οι φίλοι του ξέσπασαν σε επιδοκιμασίες και περισσότερο από όλους ο Πεισίστρατος ήταν εκείνος που παρακινούσε και ξεσήκωνε τους πολίτες να ακούσουν τον ρήτορα, οι Αθηναίοι κατάργησαν τον νόμο και ξανάπιασαν τον πόλεμο με αρχηγό τον Σόλωνα. [8.4] Σύμφωνα λοιπόν με τα όσα λέει ο λαός, όταν ο Σόλων πήγε με τον Πεισίστρατο στην Κωλιάδα βρήκε εκεί όλες τις γυναίκες να προσφέρουν την καθιερωμένη από παλιά θυσία στη θεά Δήμητρα. Έστειλε τότε έναν έμπιστό του άνθρωπο στη Σαλαμίνα, προσποιούμενο τον αυτόμολο, για να προτρέψει τους Μεγαρείς, εάν ήθελαν να πιάσουν τις πρώτες τη τάξει γυναίκες της Αθήνας, να πλεύσουν μαζί του στην Κωλιάδα το συντομότερο δυνατό. [8.5] Καθώς οι Μεγαρείς τον πίστεψαν, έστειλαν προς τα εκεί οπλισμένους άνδρες. Όταν ο Σόλων είδε να εξορμά από το νησί ένα καράβι, έδωσε εντολή στις γυναίκες να φύγουν· στη συνέχεια έντυσε τους πιο νέους από τους άνδρες του, όσους δεν είχαν βγάλει ακόμη γένια, με τα φορέματα, τις κορδέλες και τα σανδάλια των γυναικών και τους πρόσταξε να παίζουν και να χορεύουν κοντά στη θάλασσα έχοντας κρυμμένα εγχειρίδια, ώσπου να βγουν οι εχθροί από το πλοίο αφήνοντάς το εύκολη λεία. [8.6] Καθώς λοιπόν αυτά εξελισσόταν όπως τα είχε ορίσει ο Σόλων, οι Μεγαρείς παρασυρμένοι από το θέαμα πλησίασαν κοντά στην ακτή και άρχισαν να πηδούν από το πλοίο συναγωνιζόμενοι μεταξύ τους ποιός να βγει πρώτος, σαν να επρόκειτο να ριχτούν σε γυναίκες· το αποτέλεσμα ήταν να μη γλιτώσει κανένας, αλλά να χαθούν όλοι και έτσι να πλεύσουν οι Αθηναίοι αμέσως και να καταλάβουν το νησί.
[9.1] Άλλοι όμως διηγούνται ότι η κατάληψη του νησιού δεν έγινε με αυτόν τον τρόπο, αλλά ότι προηγήθηκε χρησμός του θεού των Δελφών στον Σόλωνα που έλεγε:
Εξιλέωσε με θυσίες τους ήρωες αρχηγούς,
τους προστάτες της χώρας· η Ασωπιάδα
σκεπάζει στους κόλπους της νεκρούς πια
να κοιτάζουν στη δύση του ήλιου.
Ύστερα από αυτό πέρασε ο Σόλων νύχτα στο νησί και πρόσφερε θυσία στους ήρωες Περίφημο και Κυχρέα. [9.2] Μετά πήρε πεντακόσιους εθελοντές Αθηναίους με τη συμφωνία, αν καταλάβουν το νησί, να το διαφεντεύουν αυτοί. [9.3] Ανοίχθηκε με πολλά ψαροκάικα υπό τη συνοδεία τριακοντόρου και προσορμίστηκε κρυφά σε κάποια βραχώδη προεξοχή της Σαλαμίνας, που έβλεπε κατά τη Νίσαια. [9.4] Οι Μεγαρείς που βρίσκονταν στη Σαλαμίνα το πληροφορήθηκαν από κάποια αόριστη διάδοση, που, αν και δεν είχε τίποτε το σίγουρο, τους θορύβησε ωστόσο και τους έκανε να πάρουν τα όπλα· παράλληλα έστειλαν ένα σκάφος για να κατασκοπεύσει τις κινήσεις των εχθρών. Όταν αυτό ήρθε κοντά, ο Σόλων το κατέλαβε και έπιασε αιχμαλώτους τους Μεγαρείς· [9.5] στη συνέχεια επιβίβασε σ᾽ αυτό τους πιο γενναίους Αθηναίους με την εντολή να τραβήξουν κατά την πόλη λαμβάνοντας όλες τις δυνατές προφυλάξεις για να μη γίνει γνωστή η ταυτότητά τους. Συγχρόνως πήρε μαζί του τους υπόλοιπους Αθηναίους και συγκρούστηκε στη στεριά με τους Μεγαρείς· και ενώ η μάχη κρατούσε ακόμη, πρόλαβαν οι άνδρες του πολεμικού σκάφους και κατέλαβαν την πόλη. [9.6] Φαίνεται πως αυτή την εκδοχή επιβεβαιώνουν και τα όσα γίνονταν αργότερα σε ανάμνηση εκείνης της νίκης. Έπλεε δηλαδή προς τα εκεί ένα αθηναϊκό πολεμικό στην αρχή σιωπηλά, καθώς όμως ορμούσαν μετά άλλοι με κραυγές και αλαλαγμούς, ένας ένοπλος άνδρας πηδώντας και κραυγάζοντας έτρεχε προς το ακρωτήρι Σκιράδι προερχόμενος από τη στεριά. [9.7] Εκεί κοντά βρίσκεται και το ιερό του Ενυαλίου, ιδρυμένου από τον Σόλωνα για τη νίκη του επί των Μεγαρέων. Όσοι από αυτούς δεν σκοτώθηκαν στη μάχη, τους άφησε όλους ελεύθερους ύστερα από συμφωνία.
[10.1] Καθώς όμως οι Μεγαρείς και μετά την ήττα τους δεν το έβαζαν κάτω, οι Αθηναίοι, ύστερα από πολλές επιτυχίες αλλά και παθήματα στον πόλεμο, έβαλαν ως συμφιλιωτές και δικαστές τους Λακεδαιμονίους. [10.2] Στην αντιδικία αυτή, οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι βοήθησε τον Σόλωνα η άποψη του Ομήρου, γιατί στη δίκη παρενέβαλε και διάβασε στίχους από τον «Κατάλογο των νεών»:
Ο Αίας από τη Σαλαμίνα οδηγούσε δώδεκα σκάφη και τα έστησε εκεί που ήταν οι δυνάμεις των Αθηναίων.
[10.3] Οι ίδιοι πάντως οι Αθηναίοι πιστεύουν ότι αυτά είναι ανοησίες και λένε πως ο Σόλων απέδειξε στους δικαστές ότι ο Φιλαίος και ο Ευρυσάκης, τα παιδιά του Αίαντα, αφού έγιναν Αθηναίοι πολίτες, παρέδωσαν το νησί στους Αθηναίους και εγκαταστάθηκαν ο ένας στη Βραυρώνα της Αττικής, ο άλλος στη Μελίτη. Έχουν μάλιστα και δήμο των Φιλαϊδών από το όνομα του Φιλαίου, από όπου καταγόταν και ο Πεισίστρατος. [10.4] Θέλοντας ο Σόλων να αποδείξει ακόμη πιο πειστικά το αστήρικτο των Μεγαρέων, υποστήριξε σχετικά με τους νεκρούς ότι κηδεύονται όχι σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο θάβουν εκείνοι αλλά σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο θάβουν οι ίδιοι· οι Μεγαρείς θάβουν τους νεκρούς στραμμένους προς την Ανατολή, ενώ οι Αθηναίοι προς τη Δύση. [10.5] Ο Ηρέας όμως από τα Μέγαρα κάνοντας ένσταση υποστήριξε ότι και οι Μεγαρείς βάζουν τις σορούς με το κεφάλι προς τη Δύση, και κάτι ακόμη πιο σπουδαίο από αυτό· ο κάθε Αθηναίος χωριστά έχει τον δικό του τάφο, ενώ τρεις και τέσσερις Μεγαρείς βρίσκονται θαμμένοι μαζί σε έναν τάφο. [10.6] Τέλος, λένε ότι τον Σόλωνα ενίσχυσαν στα επιχειρήματά του και κάποιοι χρησμοί της Πυθίας, στους οποίους ο θεός αποκάλεσε τη Σαλαμίνα Ιαονία. Την υπόθεση αυτή εκδίκασαν πέντε Σπαρτιάτες, ο Κριτολαΐδας, ο Αμομφάρετος, ο Υψιχίδας, ο Αναξίλας και ο Κλεομένης.
[11.1] Από τα γεγονότα αυτά λοιπόν ο Σόλων ήταν πια ένδοξος και τρανός. Θαυμάστηκε όμως και έγινε γνωστό το όνομά του ευρύτερα μεταξύ των Ελλήνων, όταν μίλησε για την υπεράσπιση του ιερού των Δελφών, πως έχουν χρέος να το βοηθήσουν και να μη μένουν απλοί παρατηρητές μπρος στην ταπεινωτική συμπεριφορά των κατοίκων της Κίρρας προς το μαντείο, αλλά να υπερασπιστούν τους Δελφούς χάρη του θεού. Πράγματι, οι Αμφικτίονες πείστηκαν από εκείνον και ξεσηκώθηκαν για πόλεμο εναντίον των Κιρραίων, όπως μεταξύ άλλων πολλών μαρτυρεί και ο Αριστοτέλης στο έργο του «Πυθιονικών αναγραφή», όπου την πρωτοβουλία αυτή αποδίδει στον Σόλωνα. [11.2] Πάντως, στρατηγός σε εκείνον τον πόλεμο δεν προτάθηκε ο Σόλων, όπως ισχυρίζεται, κατά πληροφορία του Ερμίππου, ο Ευάνθης ο Σάμιος. Εξάλλου ούτε και ο ρήτορας Αισχίνης έχει πει κάτι τέτοιο· αλλά και στα «Υπομνήματα» των Δελφών έχει γραφεί ότι στρατηγός των Αθηναίων ήταν ο Αλκμαίων, όχι ο Σόλων.
[12.1] Τα εσωτερικά της πόλης της Αθήνας αναστάτωνε το Κυλώνειο άγος εδώ και πολύν καιρό, από τότε που ο άρχοντας Μεγακλής είχε πείσει τους συνωμότες του Κύλωνα να κατεβούν από την Ακρόπολη, όπου είχαν καταφύγει ως ικέτες της θεάς, για να δικαστούν τάχα κανονικά. Καθώς αυτοί κατέβαιναν κρατώντας ένα σκοινί που το είχαν δέσει στο άγαλμα της θεάς, το σκοινί έσπασε από μόνο του. Τότε ο Μεγακλής και οι συνάρχοντές του όρμησαν κατεπάνω τους, γιατί τάχα η θεά αρνιόταν να δεχτεί την ικεσία τους· έτσι, όσοι πρόλαβαν να καταφύγουν στους βωμούς, τους έσφαξαν· οι μόνοι που γλίτωσαν ήταν εκείνοι που έπεσαν ικέτες στα πόδια των γυναικών των αρχόντων.
[12.2] Εξαιτίας αυτού του γεγονότος ο Μεγακλής και οι συνάρχοντές του ονομάστηκαν «εναγείς» και ήταν μισητοί· όσοι από τους οπαδούς του Κύλωνα είχαν γλιτώσει, έγιναν πάλι ισχυροί, και συνεχώς βρίσκονταν σε διαμάχη με τους απογόνους του Μεγακλή.
[12.3] Εκείνο τον καιρό η αναταραχή αυτή είχε πάρει πολύ μεγάλες διαστάσεις και ο λαός ήταν διχασμένος. Τότε μπήκε στη μέση ο Σόλων, που με το όνομα που ήδη είχε αποκτήσει και με τη μεσολάβηση των πρώτων Αθηναίων, κατόρθωσε με παρακάλια και με νουθεσίες να πείσει τους λεγόμενους «εναγείς» να προσέλθουν σε δίκη με δικαστές τριακόσιους διακεκριμένους πολίτες.
[12.4] Ύστερα από την ανάπτυξη του κατηγορητηρίου από τον Μύρωνα, τον γιο του Φλυέα, οι «εναγείς» κρίθηκαν ένοχοι· έτσι, όσοι ζούσαν, εξορίστηκαν, ενώ τα οστά των νεκρών, που είχαν ξεθάψει, τα πέταξαν έξω από τα σύνορα της Αττικής.
[12.5] Επωφελούμενοι από αυτές τις ταραχές οι Μεγαρείς τους επιτέθηκαν· έτσι έχασαν οι Αθηναίοι τη Νίκαια και διώχτηκαν ξανά από τη Σαλαμίνα.
[12.6] Συνάμα κάποιοι φόβοι από δεισιδαιμονία και κακοί οιωνοί κρατούσαν όμηρους τους πολίτες· από την άλλη οι μάντεις διεκήρυτταν δημοσίως ότι οι θυσίες έδειχναν άγη και μιάσματα, που χρειάζονταν καθαρμούς.
[12.7] Έτσι λοιπόν κλήθηκε από τους Αθηναίους και ήρθε από τη Φαιστό της Κρήτης ο Επιμενίδης, που ορισμένοι τον κατατάσσουν έβδομο μεταξύ των σοφών, βγάζοντας από τη λίστα τον Περίανδρο. Είχε τη φήμη ανθρώπου αγαπητού στους θεούς και σοφού περί τα θεία με μαντικές ικανότητες και γνώσεις στις τελετουργικές πράξεις. Γι᾽ αυτό και οι σύγχρονοί του τον αποκαλούσαν γιο της νύμφης Βλάστης και νέο Κούρητα.
[12.8] Όταν ο Επιμενίδης ήρθε στην Αθήνα, συνδέθηκε με φιλία με τον Σόλωνα, συνεργάστηκε μαζί του και τον βοήθησε στην προεργασία για τη νομοθεσία. Πράγματι, απλοποίησε τους νόμους τους σχετικούς με τις τελετουργίες και έκανε πιο ήπιους εκείνους που αφορούσαν στο πένθος, εισάγοντας στην ταφή των νεκρών και κάποιες θυσίες, καταργώντας τα σκληρά και βαρβαρικά έθιμα που ακολουθούσαν προηγουμένως οι περισσότερες γυναίκες.
[12.9] Αλλά το πιο σπουδαίο, με το να μυήσει στα μυστήρια με κάποιες τελετουργίες, καθαρμούς και ίδρυση ναών και να εξαγνίσει την πόλη, την έκανε να υπηρετεί το δίκαιο και τους πολίτες της να ρέπουν πιο εύκολα προς την ομόνοια.
[12.10] Λένε ακόμη ότι, όταν είδε τη Μουνιχία και την περιεργάστηκε πολλήν ώρα, είπε σε όσους ήταν εκεί παρόντες ότι ο άνθρωπος είναι τυφλός μπροστά στο μέλλον· γιατί, αν οι Αθηναίοι ήξεραν από πριν πόση θλίψη θα προκαλέσει το μέρος αυτό, θα το είχαν φάει με τα δόντια τους.
[12.11] Κάτι παρόμοιο λένε ότι είχε προβλέψει ο Θαλής· είχε δώσει δηλαδή εντολή, όταν πεθάνει, να τον θάψουν σε ένα ασήμαντο και παραμελημένο μέρος της περιοχής της Μιλήτου, γιατί το μέρος αυτό θα γινόταν κάποτε, όπως τους είπε, αγορά των Μιλησίων.
[12.12] Ο Επιμενίδης λοιπόν, αφού θαυμάστηκε πάρα πολύ, ενώ οι Αθηναίοι του πρόσφεραν χρήματα πολλά και τιμές μεγάλες, δεν ζήτησε και δεν πήρε τίποτε εκτός από ένα κλαδί της ιερής ελιάς, και γύρισε στην πατρίδα του.
[13.1] Η Αθήνα, ενώ είχε καταλαγιάσει η ταραχή από το Κυλώνειο άγος και είχαν εξοριστεί, όπως έχει αναφερθεί, οι «εναγείς», άρχισε πάλι τις παλαιές διχοστασίες για το πολίτευμα και οι πολίτες διασπάστηκαν σε τόσες πολιτικές παρατάξεις όσες διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές είχε η Αττική.
[13.2] Η παράταξη των Διακρίων ήταν η πιο δημοκρατική, των Πεδιέων η πιο ολιγαρχική, ενώ οι Παράλιοι, το τρίτο κόμμα, που προτιμούσαν ένα μέσο είδος πολιτεύματος, κάτι μεταξύ των δύο τρόπον τινά, εμπόδιζαν και παρακώλυαν συνεχώς την επικράτηση του ενός από τα δύο άλλα.
[13.3] Τότε ακριβώς, καθώς η ανισότητα ανάμεσα στους φτωχούς και στους πλούσιους είχε λάβει τρομακτικές διαστάσεις, η πόλη βρισκόταν σε τρομερό κίνδυνο και η μόνη δυνατή περίπτωση να διατηρηθεί η τάξη και να παύσει η αναταραχή ήταν η επιβολή τυραννικού καθεστώτος.
[13.4] Γιατί όλοι οι απλοί άνθρωποι του λαού ήταν καταχρεωμένοι στους πλούσιους· καθόσον ή καλλιεργούσαν τα κτήματά τους καταβάλλοντας σε εκείνους το 1/6 από τα γεννήματα, γι᾽ αυτό και αποκαλούνταν εκτημόριοι και θήτες, ή, δημιουργώντας χρέη με υποθήκη το κορμί τους, καταντούσαν υποχείριοι των δανειστών τους, κι άλλοι παρέμεναν δούλοι εκεί όπου εργάζονταν, άλλοι πωλούνταν σε ξένη χώρα.
[13.5] Πολλοί χρεοφειλέτες αναγκάζονταν να πουλούν ακόμη και τα παιδιά τους —γιατί κανένας νόμος δεν το εμπόδιζε— ή και να εγκαταλείψουν την πόλη εξαιτίας της σκληρότητας των δανειστών τους.
[13.6] Οι περισσότεροι όμως και οι πιο δυναμικοί συσπειρώνονταν και προέτρεπαν ο ένας τον άλλον να μη μένουν απλοί θεατές, αλλά, αφού εκλέξουν ως προστάτη τους έναν άνδρα αξιόπιστο, να ελευθερώσουν όσους ήταν εκπρόθεσμοι στην καταβολή του χρέους τους, να κάνουν νέα διανομή της γης και γενικά να αλλάξουν το πολίτευμα.
[14.1] Σε αυτό ακριβώς το κρίσιμο σημείο, βλέποντας οι πιο συνετοί Αθηναίοι ότι ο Σόλων ήταν ο μόνος που περισσότερο από κάθε άλλον βρισκόταν έξω από αυτές τις υπερβολές και ούτε είχε σχέση με τις αδικίες των πλουσίων ούτε και πιεζόταν από τις ίδιες ανάγκες με τους φτωχούς, τον παρακαλούσαν να ασχοληθεί με τα κοινά και να βάλει τέλος στις διαφορές των πολιτών.
[14.2] Ο Φανίας από τη Λέσβο ιστορεί ότι ο ίδιος ο Σόλων, αποβλέποντας στη σωτηρία της πόλης, χρησιμοποίησε ένα τέχνασμα και προς τις δυο πλευρές· υποσχέθηκε δηλαδή κρυφά στους μεν φτωχούς αναδασμό της γης, στους δε πλουσίους διασφάλιση των συμβολαίων τους.
[14.3] Ο ίδιος ο Σόλων όμως λέει ότι στην αρχή δίσταζε να ασχοληθεί με την πολιτική, επειδή φοβόταν από τη μια τη δίψα των φτωχών για το χρήμα, από την άλλη την υπεροψία των πλουσίων. Εκλέχτηκε άρχοντας, μετά τον Φιλόμβροτο, και μαζί συμφιλιωτής και νομοθέτης, αφού οι πλούσιοι τον δέχτηκαν πρόθυμα ως πλούσιο, οι φτωχοί ως τίμιο.
[14.4] Αναφέρεται και μια άποψή του, που κυκλοφορούσε ευρέως, που την είχε πει στο παρελθόν, ότι η ισότητα δεν προκαλεί πόλεμο, πράγμα που άρεσε τόσο στους κτηματίες όσο και στους ακτήμονες, καθώς οι πρώτοι περίμεναν να λογαριαστεί η ισότητα με την κοινωνική τους τάξη και αξία, οι άλλοι με βάση το μέτρο και την αριθμητική τους δύναμη. Γι᾽ αυτό, επειδή και οι δυο κοινωνικές τάξεις στήριζαν μεγάλες ελπίδες στον Σόλωνα, οι ηγέτες τους τον πίεζαν σπρώχνοντάς τον στην τυραννίδα και προσπαθώντας να τον πείσουν να ασχοληθεί πιο αποφασιστικά με τα πράγματα της πόλης παίρνοντας στα χέρια του όλη την εξουσία.
[14.5] Αλλά και πολλοί από τους πολίτες που βρίσκονταν ανάμεσα στις δυο κοινωνικές τάξεις, βλέποντας ότι η αλλαγή μόνο με λόγια και με το γράμμα του νόμου ήταν κοπιαστική και δύσκολη υπόθεση, δεν είχαν αντίρρηση να τεθεί επιτελής της πολιτείας ένας μόνο άνθρωπος, ο πιο δίκαιος και ο πιο λογικός.
[14.6] Ορισμένοι λένε ότι είχε δοθεί στον Σόλωνα από την Πυθία και ο ακόλουθος περίπου χρησμός:
Στάσου στη μέση του καραβιού
κρατώντας το πηδάλιο του κυβερνήτη.
Θα τρέξουν να σε βοηθήσουν πολλοί Αθηναίοι.
[14.7] Οι φίλοι του μάλιστα τον κάκιζαν που αντιμετώπιζε με φόβο τη μοναρχία από απαρέσκεια προς το όνομα, σαν να μην μπορούσε να γίνει αμέσως βασιλεία με την αρετή αυτού που θα την ασκούσε, όπως είχε γίνει παλαιότερα στους Ευβοείς, που είχαν εκλέξει τύραννο τον Τυννώνδα, και πρόσφατα στους Μυτιληναίους που έκαναν το ίδιο με τον Πιττακό.
[14.8] Τίποτε από αυτά όμως δεν έβγαλε τον Σόλωνα έξω από τις επιλογές του· στους φίλους του, ωστόσο, απάντησε, όπως λένε, ότι η τυραννίδα είναι μια καλή οχυρή θέση, αλλά δεν έχει διέξοδο· στον Φώκο, εξάλλου, απάντησε ποιητικά:
Αν λυπήθηκα την πατρίδα μου
και δεν χρησιμοποίησα τη σκληρή
βία του τυράννου μολύνοντας
και αμαυρώνοντας τη δόξα μου,
δεν ντρέπομαι καθόλου· γιατί έτσι
θαρρώ πως θα είμαι πολύ πιο πάνω
από όλους τους ανθρώπους.
Από τους στίχους αυτούς είναι ολοφάνερο ότι και πριν τη νομοθεσία είχε κιόλας μεγάλη φήμη. [14.9] Για όσους τον ειρωνεύονταν που απέφυγε να γίνει τύραννος, ο Σόλων τα έχει γράψει κατά τον ακόλουθο τρόπο:
Δεν πλάστηκε ο Σόλων με πολύ μυαλό
ούτε και με καλή σκέψη· γιατί, ενώ
ο θεός τού έδινε περίσσια αγαθών,
δεν τα δέχτηκε.
Και ενώ περιέκλεισε σαν σε δίχτυ το
θήραμα, δεν ανέσυρε το μεγάλο δίχτυ
από ανοησία, γιατί του έλειψε θάρρος
και μυαλό μαζί.
Γιατί θα ήθελα, αν επικρατούσα και
έπαιρνα πολλά πλούτη και γινόμουν
τύραννος της Αθήνας για μια μόνη μέρα,
να με έκαναν τουλούμι στο ξύλο και
να είχε αφανιστεί η γενιά μου.
[15.1] Έτσι έχει παραστήσει να μιλούν γι᾽ αυτόν οι πολλοί και οι φαύλοι. Ωστόσο, μόλο που αρνήθηκε την τυραννίδα, δεν ήταν και υπερβολικά μαλακός κατά τη διαχείριση της εξουσίας ούτε και επιεικής, αφού δεν θέσπισε τους νόμους υποχωρώντας στη δύναμη των ισχυρών αλλά ούτε και προς ικανοποίηση όσων τον είχαν εκλέξει. Όπου όμως η κατάσταση ήταν αποδεκτή, δεν επέφερε καμιά θεραπεία ούτε και καινοτομία, επειδή φοβήθηκε μήπως, «προκαλώντας γενική σύγχυση και αναταραχή στην πόλη, γίνει ακόμη πιο ανήμπορος να αποκαταστήσει πάλι τα πράγματα» και να φέρει στην ομόνοια την πολιτεία. Αρκέστηκε σε όσα υπολόγιζε ότι θα τα ακολουθούσαν, όταν θα τους τα πρότεινε, και θα τα υπέμεναν, όταν θα τους τα επέβαλε, όπως λέει ο ίδιος, συνταιριάζοντας μαζί εξαναγκασμό και δικαιοσύνη.
[15.2] Γι᾽ αυτό, όταν αργότερα ρωτήθηκε αν έφτιαξε τους καλύτερους νόμους για τους Αθηναίους, απάντησε: «τους καλύτερους από αυτούς που θα μπορούσαν να δεχτούν οι πολίτες». Και για όσα λένε οι νεότεροι για τους Αθηναίους, ότι δηλαδή, σκεπάζοντας το προσβλητικό περιεχόμενο των πραγμάτων με ήπιες και ευγενικές λέξεις, δήλωναν έτσι κομψά ορισμένα πράγματα, όπως για παράδειγμα με το να αποκαλούν τις πόρνες εταίρες, τους φόρους συντάξεις, τις φρουρές στις πόλεις επιφυλακές, τη φυλακή οίκημα, ήταν, όπως φαίνεται, επινόηση ευφυής του Σόλωνα, που πρώτος ονόμασε την παραγραφή των χρεών «σεισάχθεια». Πράγματι, αυτή ήταν η πρώτη πολιτική πράξη που έκανε, προτείνοντας να παραγραφούν τα χρέη που είχαν δημιουργηθεί ως τότε, και στο εξής να μην έχει κανείς το δικαίωμα να δανείσει χρήματα με υποθήκη το ανθρώπινο σώμα.
[15.3] Κάποιοι έγραψαν, ένας από τους οποίους και ο Ανδροτίων, ότι αν και οι φτωχοί δεν ανακουφίστηκαν τόσο από την παραγραφή των χρεών όσο από τη μείωση των τόκων, ωστόσο ήταν ευχαριστημένοι· και αυτό το ευεργέτημα το ονόμασαν «σεισάχθεια», καθώς και την αύξηση του βάρους που έγινε μαζί με αυτό και την αναπροσαρμογή της αξίας του νομίσματος.
[15.4] Ανέβασε δηλαδή την αξία της μνας σε εκατό δραχμές από εβδομήντα τρεις που ήταν, ώστε σε απόλυτους αριθμούς να επιστρέφουν τα ίδια αλλά σε αξία λιγότερο, με αποτέλεσμα να ωφελούνται αυτοί που χρωστούσαν μεγάλα ποσά, αλλά να μη ζημιώνονται καθόλου και οι δανειστές.
[15.5] Οι περισσότεροι όμως λένε ότι η σεισάχθεια ήταν η ακύρωση όλων ανεξαιρέτως των συμβολαίων, και προς την άποψη αυτή κλίνουν μάλλον και τα ποιήματα του Σόλωνα· [15.6] γιατί σ᾽ αυτά περηφανεύεται ο Σόλων που από την υποθηκευμένη γη έβγαλε τα λίθινα σημάδια που ήταν μπηγμένα σε πολλά σημεία και η γη από σκλαβωμένη στο παρελθόν ήταν τώρα ελεύθερη και από τους πολίτες που φυγοδικούσαν για χρέη άλλους επανέφερε από τα ξένα,
ενώ δεν μιλούσαν πια την Αττική γλώσσα, καθώς θα περιπλανιόνταν από το ένα μέρος στο άλλο. άλλους που εδώ στον τόπο τους ζούσαν σε συνθήκες ατιμωτικής δουλείας λέει ότι τους ελευθέρωσε.
[15.7] Λένε ότι η πράξη εκείνη της παραγραφής των χρεών είχε ως συνέπεια να δοκιμάσει ο Σόλων την πιο μεγάλη πίκρα. Καθώς λοιπόν ήταν αποφασισμένος να προχωρήσει σε παραγραφή των χρεών και έψαχνε να βρει λόγια κατάλληλα και μια εύσχημη αφορμή, ανακοίνωσε σε εκείνους από τους φίλους του στους οποίους είχε απόλυτη εμπιστοσύνη και συναντούσε συχνά, τον Κόνωνα, τον Κλεινία, τον Ιππόνικο και τους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους ότι δεν σκόπευε να αλλάξει το καθεστώς ιδιοκτησίας της γης, αλλά ότι είχε αποφασίσει να κάνει αποκοπή των χρεών.
[15.8] Εκείνοι τότε έσπευσαν αμέσως και πρόλαβαν να δανειστούν πολλά χρήματα από τους πλούσιους και αγόρασαν μεγάλες εκτάσεις γης. Όταν αργότερα μπήκε σε εφαρμογή η απόφαση, καθώς καρπώνονταν τα κτήματα και δεν επέστρεφαν τα χρήματα στους δανειστές τους, έδωσαν το δικαίωμα να κατηγορηθεί και να κατασυκοφαντηθεί ο Σόλων, σαν να μην είχε εξαπατηθεί και ο ίδιος από τους φίλους του αλλά σαν να ήταν συνένοχός τους.
[15.9] Αλλά αυτή η κατηγορία διαλύθηκε αμέσως με την υπόθεση των πέντε ταλάντων· γιατί τόσα βρέθηκε να έχει δανείσει, και, σύμφωνα με τον νόμο, πρώτος αυτός τα έχασε. Ορισμένοι όμως, και μεταξύ αυτών και ο Πολύζηλος ο Ρόδιος, μιλούν για δεκαπέντε τάλαντα. Από τότε οι Αθηναίοι αποκαλούσαν τους φίλους του «χρεοκοπίδες».
[16.1] Τελικά, ο Σόλων δεν ικανοποίησε καμιάν από τις κοινωνικές τάξεις, αλλά δυσαρέστησε και τους πλούσιους με το να ακυρώσει τα συμβόλαια, και ακόμη περισσότερο τους φτωχούς, που δεν προχώρησε προς χάρη τους σε αναδασμό της γης, όπως το περίμεναν, ούτε και διευκόλυνε γενικά τη ζωή τους ούτε και επέφερε οικονομική εξίσωση, όπως είχε κάνει ο Λυκούργος στη Σπάρτη.
[16.2] Εκείνος όμως, ενδέκατος κατά σειρά απόγονος του Ηρακλή και άρχοντας για πολλά χρόνια στη Λακεδαίμονα, είχε μεγάλο κύρος, φίλους και επιρροή ώστε να του συμπαρασταθούν στις αποφάσεις που είχε πάρει για το πολίτευμα. Εξάλλου, το πιο μεγάλο κατόρθωμα για τη σωτηρία και την ομόνοια της πόλης, να μην είναι δηλαδή κανένας από τους πολίτες μήτε φτωχός μήτε πλούσιος, το πέτυχε μάλλον με τη χρήση βίας παρά πειθούς, σε σημείο μάλιστα να χάσει το ένα μάτι του. Ο Σόλων όμως δεν έφτασε σε αυτό το σημείο με τις μεταρρυθμίσεις στο πολίτευμα, επειδή ήταν άνθρωπος του λαού από τη μεσαία τάξη· σε σχέση όμως με τη δύναμη που διέθετε δεν πέτυχε τίποτε λιγότερο, επειδή ξεκινούσε με βάση την ορθοφροσύνη του και την εμπιστοσύνη των συμπολιτών του προς το πρόσωπό του.
[16.3] Όσο για την απογοήτευση των περισσοτέρων, που άλλα περίμεναν, ο ίδιος έχει πει γι᾽ αυτούς πως έκαναν τότε ανόητους υπολογισμούς και τώρα είναι χολωμένοι· και με στραβοκοιτάζουν όλοι σαν να είμαι εχθρός τους.
[16.4] Και όμως λέει ότι, εάν κάποιος άλλος είχε την ίδια δύναμη,ούτε θα μπορούσε να συγκρατήσει τον λαό ούτε και θα σταματούσε, προτού χτυπώντας το γάλα βγάλει το βούτυρο.
[16.5] Ωστόσο, γρήγορα κατάλαβαν το συμφέρον τους και, αφήνοντας κατά μέρος τα παράπονα, καθιέρωσαν μια θυσία όλοι από κοινού, την οποία ονόμασαν Σεισάχθεια και ανέδειξαν τον Σόλωνα μεταρρυθμιστή του πολιτεύματος και νομοθέτη. Και δεν περιορίστηκαν στο να του αναθέσουν τα μεν και από άλλα να τον αποκλείσουν, αλλά του εμπιστεύθηκαν τα πάντα χωρίς εξαίρεση, αρχές, συνελεύσεις, δικαστήρια, Βουλές, το δικαίωμα να ορίσει αυτός το εύρος των αρμοδιοτήτων της καθεμιάς από αυτές τις εξουσίες, καθώς και τον αριθμό των μελών και τη χρονική διάρκεια, καταργώντας ή διατηρώντας από τα υπάρχοντα και ισχύοντα έως τότε ό,τι αυτός έκρινε.
[17.1] Πρώτα πρώτα λοιπόν ο Σόλων κατάργησε λόγω σκληρότητας και εξοντωτικών ποινών όλους τους νόμους του Δράκοντα, εκτός από εκείνους που αφορούσαν στους φόνους.
[17.2] Γιατί για όλους σχεδόν, όσοι παρανομούσαν, είχε καθοριστεί για ποινή ο θάνατος, με αποτέλεσμα και οι καταδικασμένοι ως αργόσχολοι να τιμωρούνται με θάνατο και αυτοί που έκλεβαν λαχανικά ή φρούτα να τιμωρούνται με την ίδια ποινή που επιβαλλόταν στους ιερόσυλους και στους φονιάδες.
[17.3] Γι᾽ αυτό αργότερα ο Δημάδης απόχτησε όνομα για τη φράση του ότι ο Δράκων έγραψε τους νόμους του με αίμα και όχι με μελάνι.
[17.4] Ο ίδιος ο Δράκων, όταν κάποτε ρωτήθηκε γιατί για τα περισσότερα αδικήματα είχε ορίσει ως τιμωρία τον θάνατο, απάντησε, όπως παραδίδουν, ότι κατά τη γνώμη του στα μικρά αδικήματα άξιζε η ποινή αυτή, ενώ για τα μεγάλα δεν είχε πιο αυστηρή ποινή.
[18.1] Εν συνεχεία, καθώς επιθυμία του ήταν να αφήσει όλα τα αξιώματα των αρχόντων στους εύπορους, όπως ακριβώς ίσχυαν έως τότε, αλλά να δώσει έναν μεικτό τύπο στους υπόλοιπους θεσμούς, στους οποίους δεν έπαιρνε μέρος ο λαός ως εκείνη τη στιγμή, όρισε να γίνει εκτίμηση των περιουσιών των πολιτών.
Έτσι, όσους είχαν ετήσια παραγωγή πεντακόσιες μετρικές μονάδες σε ξηρούς και υγρούς καρπούς μαζί, τους κατέταξε στην πρώτη κοινωνική τάξη και τους ονόμασε πεντακοσιομέδιμνους· αυτούς που μπορούσαν να συντηρούν άλογο ή να παράγουν τριακόσιες μετρικές μονάδες, τους κατέταξε στη δεύτερη κοινωνική τάξη· αυτούς τους έλεγαν ιππείς· ζευγίτες ονομάστηκαν όσοι σύμφωνα με την εκτίμηση της περιουσίας τους ανήκαν στην τρίτη τάξη, και ήταν εκείνοι που είχαν παραγωγή διακόσιες μετρικές μονάδες και από τα δύο προϊόντα μαζί.
[18.2] Όλοι οι υπόλοιποι πολίτες ονομάζονταν θήτες· σ᾽ αυτούς δεν επέτρεψε ο Σόλων να ασκούν καμιά εξουσία· μετείχαν όμως στα πράγματα με το να παίρνουν μέρος μαζί με τους άλλους πολίτες στις συνελεύσεις και στα δικαστήρια.
[18.3] Το δικαίωμα αυτό των θητών στην αρχή θεωρήθηκε ασήμαντο, αργότερα όμως αποδείχτηκε σπουδαιότατο· γιατί οι περισσότερες από τις διαφορές μεταξύ των πολιτών κατέληγαν στα δικαστήρια. Πράγματι, και για όσες υποθέσεις όρισε ο Σόλων να εκδικάζουν οι άρχοντες, και για εκείνες ακόμη έδωσε το δικαίωμα σε όσους το επιθυμούσαν να κάνουν εφέσεις στο δικαστήριο της Ηλιαίας.
[18.4] Λέγεται ακόμη ότι, καθώς συνέταξε τους νόμους με κάποιαν ασάφεια, με αποτέλεσμα να επιδέχονται πολλές ερμηνείες, ενίσχυσε τη δύναμη των δικαστηρίων. Πραγματικά, καθώς οι πολίτες δεν μπορούσαν να επιλύσουν τις μεταξύ τους διαφορές με τους νόμους, συνέβαινε να έχουν πάντοτε την ανάγκη των δικαστών και να φέρνουν ενώπιον εκείνων κάθε ζήτημα για το οποίο υπήρχε αμφισβήτηση, σαν να ήταν κατά κάποιον τρόπο οι αρμόδιοι για την ερμηνεία των νόμων.
[18.5] Ο Σόλων αποδίδει ο ίδιος στον εαυτό του την τιμή αυτή λέγοντας τα εξής:
Έδωσα στον λαό τόση εξουσία όση του ήταν αρκετή,χωρίς ούτε να του αφαιρέσω κανένα δικαίωμα
αλλά ούτε και να του προσθέσω.όσοι είχαν πριν δύναμη και θαυμάζονταν για τα πλούτη τους,
και γι᾽ αυτούς προνόησα ώστε να μην αδικηθούν καθόλου.Στάθηκα ανάμεσα στους δύο σαν δυνατή ασπίδα,δεν άφησα να επικρατήσει με άδικο τρόπο ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.
[18.6] Επειδή όμως πίστευε ο Σόλων ότι έπρεπε να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την αδύναμη θέση του λαού, έδωσε στον καθένα το δικαίωμα να προσφεύγει στη δικαιοσύνη για λογαριασμό κάποιου άλλου, που είχε πάθει κάποιο κακό. Εάν δηλαδή είχαν χτυπήσει κάποιον ή χρησιμοποιούσαν βία εναντίον του ή τον είχαν βλάψει, μπορούσε, όποιος είχε τη δύναμη και τη βούληση, να καταγγείλει και να διώξει δικαστικά αυτόν που διέπραττε το αδίκημα· συνήθιζε έτσι ο νομοθέτης σωστά τους πολίτες να συναισθάνονται και να νιώθει ο ένας τον πόνο του άλλου, σαν να ήταν μέλη ενός σώματος.
[18.7] Αναφέρουν και κάποιον λόγο του Σόλωνα που συμφωνεί με το πνεύμα αυτού του νόμου. Όταν δηλαδή ρωτήθηκε κάποτε, όπως φαίνεται, ποιά πόλη διοικείται κατά τον καλύτερο τρόπο, εκείνη, είπε, στην οποία αυτοί που δεν αδικούνται καταγγέλλουν και τιμωρούν αυτούς που αδικούν εξίσου με αυτούς που αδικούνται.
[19.1] Από τους απερχόμενους άρχοντες της κάθε χρονιάς συγκρότησε τη Βουλή του Αρείου Πάγου, στην οποία μετείχε και ο ίδιος, επειδή είχε χρηματίσει άρχοντας. Καθώς όμως έβλεπε ο Σόλων ότι ο λαός κατεχόταν από οίηση και είχε αρχίσει να αποθρασύνεται από την αποκοπή των χρεών, συγκρότησε εκτός από αυτήν και δεύτερο σώμα επιλέγοντας εκατό άνδρες από καθεμιά από τις τέσσερις φυλές που υπήρχαν τότε, που όρισε να προετοιμάζει τα νομοσχέδια πριν αυτά φτάσουν στον λαό και να μην επιτρέπει να εισάγεται στη συνέλευση του λαού κανένα ζήτημα πριν το σώμα αυτό εκφέρει σχετική γνώμη.
[19.2] Τοποθέτησε τον Άρειο Πάγο επόπτη όλων και φύλακα των νόμων, επειδή πίστευε ότι, εάν η πόλη στηριζόταν σε δυο Βουλές, όπως ένας σκάφος προσαρμοσμένο σε δυο άγκυρες, θα υπήρχαν λιγότερες πιθανότητες να βρεθεί σε ταραχές και θα έκανε τον λαό να είναι ήρεμος.
[19.3] Οι περισσότεροι λοιπόν υποστηρίζουν ότι τη Βουλή του Αρείου Πάγου συγκρότησε, όπως έχει λεχθεί, ο Σόλων. Την άποψή τους αυτή φαίνεται να ενισχύει σοβαρά το γεγονός ότι πουθενά ο Δράκων δεν μιλάει ούτε αναφέρει Αρεοπαγίτες, αλλά πάντοτε αναφέρεται στους εφέτες, κάθε φορά που μιλάει για υποθέσεις φόνου.
[19.4] Από την άλλη όμως, ο δέκατος τρίτος άξονας περιέχει τον όγδοο νόμο του Σόλωνα διατυπωμένο αυτολεξεί ως εξής: «όσοι είχαν χάσει τα πολιτικά τους δικαιώματα πριν γίνει άρχοντας ο Σόλων, μπορούν να τα αποκτήσουν και πάλι, εκτός από εκείνους που ήταν εξόριστοι όταν δημοσιεύτηκε αυτός ο νόμος, καταδικασμένοι από τον Άρειο Πάγο ή από τους εφέτες ή από τους βασιλείς στο Πρυτανείο για φόνο ή για σφαγές ή για επιβολή τυραννίδας».
[19.5] Αυτό όμως δείχνει ότι η Βουλή του Αρείου Πάγου υπήρχε πριν ο Σόλων γίνει άρχοντας και συντάξει τους νόμους. Γιατί ποιοί είναι εκείνοι που καταδικάστηκαν από τον Άρειο Πάγο πριν από τον Σόλωνα, εάν ο Σόλων είναι ο πρώτος που έδωσε στη Βουλή του Αρείου Πάγου την εξουσία να δικάζει; Εκτός και αν, μά τον Δία, υπάρχει κάποια ασάφεια στη διατύπωση του νόμου ή απάλειψη λέξεων, αντί για τη διατύπωση: οι καταδικασμένοι για κατηγορίες που εκδικάζουν τώρα [που δημοσιεύτηκε αυτός ο νόμος] Αρεοπαγίτες, εφέτες και πρυτάνεις να εξακολουθούν να είναι στερημένοι από τα πολιτικά τους δικαιώματα, ενώ οι υπόλοιποι να επανακτούν τα δικαιώματά τους. Αυτά εξέτασέ τα και συ ο ίδιος, αναγνώστη, και κρίνε.
[20.1] Από τους άλλους νόμους του εντελώς ξεχωριστός και παράξενος είναι εκείνος που ορίζει ότι στερείται από τα πολιτικά του δικαιώματα ο πολίτης που σε περίπτωση πολιτικής αναταραχής στην πόλη δεν τάσσεται με τη μία ή την άλλη παράταξη. Επιθυμούσε, όπως φαίνεται, να μη μένει κανένας απαθής και ασυγκίνητος προς τα δημόσια πράγματα, εξασφαλίζοντας τα του σπιτιού του και καυχώμενος που δεν συμπονεί και δεν υποφέρει μαζί με την πατρίδα του· αντίθετα, ήθελε, συντασσόμενος ο πολίτης με αυτούς που πολιτεύονται για τα καλύτερα και πιο δίκαια να κινδυνεύει μαζί τους και να βοηθάει παρά να περιμένει χωρίς κίνδυνο να δει ποιός θα είναι ο νικητής.
[20.2] Αλλόκοτος και γελοίος φαίνεται ο νόμος που επιτρέπει στην επίκληρη γυναίκα να συνευρίσκεται με τον πιο κοντινό συγγενή του άντρα της, αν αυτός, ο κατά νόμο κύριος και αφέντης της δεν μπορούσε να εκτελεί τα συζυγικά καθήκοντα. Κάποιοι όμως λένε ότι ο νόμος αυτός είναι σωστός αναφορικά με εκείνους που, ενώ είναι ανίκανοι σεξουαλικά, νυμφεύονταν τις επίκληρες για τα χρήματά τους και παραβίαζαν έτσι με τον νόμο αυτό τη φύση.
[20.3] Βλέποντας λοιπόν την επίκληρη να πλαγιάζει με όποιον επιθυμούσε, ή θα διέλυαν τον γάμο ή ντροπιασμένοι θα τον κρατούσαν πληρώνοντας το τίμημα για τη φιλοχρηματία και την προστυχιά τους. Σωστό επίσης είναι και το να πλαγιάζει η επίκληρη όχι με όλους αλλά με όποιον από τους συγγενείς του άντρα της επιθυμούσε, για να είναι και ο απόγονος δικός του και να ανήκει στην ίδια γενιά.
[20.4] Στο ίδιο πράγμα απέβλεπε και το να κλείνονται κάπου μαζί γαμπρός και νύφη, τρώγοντας η τελευταία κυδώνι, καθώς και το να σμίγει ο γαμπρός με την επίκληρη τρεις φορές τον μήνα οπωσδήποτε.
[20.5] Γιατί, και αν ακόμη δεν γεννηθούν παιδιά, αυτό αποτελεί απόδειξη εκτίμησης και αγάπης του άντρα στην καλή του γυναίκα, που αφαιρεί πολλά δυσάρεστα που συσσωρεύονται κάθε φορά και δεν επιτρέπει να δημιουργηθεί λόγω των διαφορών ολοκληρωτική αποστροφή.
[20.6] Από τις άλλες περιπτώσεις γάμων κατάργησε τις προίκες, ορίζοντας να φέρνει η μελλόνυμφη τρία μόνο φορέματα και σκεύη μικρής αξίας, τίποτε άλλο. Γιατί δεν ήθελε να έχει ο γάμος χαρακτήρα μισθοφορικής πράξης και αγοραπωλησίας, αλλά η συγκατοίκηση άνδρα και γυναίκας να γίνεται με σκοπό την απόκτηση τέκνων και από εκτίμηση και αγάπη.
[20.7] Και ο Διονύσιος, όταν η μητέρα του απαιτούσε να τη δώσει σε γάμο με κάποιον πολίτη, της απάντησε ότι ως τύραννος, ενώ είχε καταργήσει τους νόμους της πόλης, δεν είχε τη δύναμη να παραβιάσει τους νόμους της φύσης κάνοντας γάμους σε ανθρώπους περασμένης ηλικίας. Στις πόλεις όμως δεν πρέπει να επιτρέπεται αυτή η αταξία ούτε και να μένουν απλοί θεατές σε ζευγαρώματα παράταιρα και άχαρα, που δεν έχουν καμιά σχέση με τον γάμο ούτε και κανέναν σκοπό.
[20.8] Αλλά σε ένα γέροντα που νυμφεύεται νεαρή γυναίκα θα μπορούσε να πει ένας άρχοντας και νομοθέτης με χιούμορ αυτό που ειπώθηκε στον Φιλοκτήτη, ο γάμος σε μάρανε, ταλαίπωρε.ή, αν συναντούσε κάποιον νεαρό που, σαν τις πέρδικες, παχαίνει από τον έρωτα μέσα σε δωμάτιο πλούσιας γριάς, θα τον μετέφερε στην αγκαλιά νεαρής παρθένας που έχει ανάγκη από άνδρα. Αυτά λοιπόν σχετικά με τον γάμο.
[21.1] Έτυχε επίσης επαινετικής αποδοχής και εκείνος ο νόμος του Σόλωνα που δεν επέτρεπε να κακολογούν τον νεκρό. Γιατί είναι σύμφωνο με τον θείο νόμο να θεωρούμε ιερούς όσους φεύγουν από τη ζωή, γι᾽ αυτό και είναι δίκαιο να σεβόμαστε εκείνους που δεν υπάρχουν πια, και δείγμα ανθρωπιάς η μη συνέχιση της έχθρας.
[21.2] Δεν επέτρεπε επίσης να κακολογούν κάποιον εν ζωή κοντά σε ιερά και σε δικαστήρια, σε δημόσια καταστήματα και όταν παρακολουθούσαν αγώνες· αλλιώς, όρισε να πληρώνουν τρεις δραχμές στον πολίτη και άλλες δυο στο δημόσιο. Γιατί το να μη συγκρατεί κανείς πουθενά την οργή του είναι δείγμα ανθρώπου κακής ανατροφής και ακόλαστου. Το να συγκρατιόμαστε όμως σε όλες τις περιπτώσεις είναι δύσκολο, για ορισμένους μάλιστα αδύνατο. Αν όμως επιθυμεί ο νομοθέτης να τιμωρεί λίγους συνετίζοντάς τους και όχι πολλούς χωρίς να πετυχαίνει τίποτε, πρέπει να συντάσσει τον νόμο αποβλέποντας στο εφικτό.
[21.3] Ο Σόλων απέκτησε φήμη και με τον νόμο για τις διαθήκες. Προηγουμένως δεν επιτρεπόταν να συντάσσονται διαθήκες, αλλά τα χρήματα και το σπίτι του πεθαμένου έμεναν υποχρεωτικά στην οικογένεια. Ο Σόλων όμως, με το να επιτρέψει να διαθέτει κάποιος που δεν είχε παιδιά την περιουσία του σε όποιον ήθελε, τίμησε τη φιλία περισσότερο από τη συγγένεια, την αγάπη προς τον συνάνθρωπο από τον εξαναγκασμό και κατέστησε τα χρήματα κτήματα των κατόχων τους.
[21.4] Ωστόσο, δεν άφησε τις μεταβιβάσεις των περιουσιών χωρίς περιορισμούς και έτσι στην τύχη, παρά μόνο εάν δεν γίνονταν αυτές κάτω από πίεση αρρώστιας ή υπό την επήρεια φαρμάκων ή από φόβο φυλάκισής του ή από κάποιον εξαναγκασμό ή επειδή θα τον επηρέαζε η γυναίκα του· γιατί πολύ καλά και πολύ σωστά νόμιζε ότι το να πεισθεί κανείς όχι με τον ενδεικνυόμενο τρόπο δεν διαφέρει καθόλου από τον εκβιασμό — αντίθετα, έβαζε στην ίδια κατηγορία την απάτη με τον εξαναγκασμό και την ηδονή με τον πόνο, γιατί κατά τη γνώμη του μπορούσαν εξίσου να σαλέψουν το λογικό του ανθρώπου.
[21.5] Θέσπισε νόμο και για τα ταξίδια των γυναικών, τα πένθη και τις γιορτές απαγορεύοντας την αταξία και την υπερβολή· όρισε να μην ταξιδεύει καμία έχοντας μαζί της περισσότερα από τρία φορέματα μήτε να φέρει μαζί της φαγητά ή ποτά περισσότερα από την αξία ενός οβολού μήτε καλάθι μεγαλύτερο από ένα πήχη· ακόμη να μην κυκλοφορεί η γυναίκα νύχτα, εκτός και αν μεταφερόταν με άμαξα που να φώτιζε μπροστά με λυχνάρι.
[21.6] Απαγόρευσε επίσης να σχίζουν και να ματώνουν τα πρόσωπά τους κατά τους κοπετούς, να θρηνούν προσποιητά και να κλαίνε άλλον νεκρό σε κηδείες ξένων. Δεν επέτρεψε να θυσιάζουν βόδια ή να βάζουν στους τάφους μαζί με τους νεκρούς περισσότερες από τρεις φορεσιές, ούτε και να επισκέπτονται ξένα μνήματα εκτός από την ώρα της ταφής.
[21.7] Τα περισσότερα από αυτά είναι απαγορευμένα και από τους ισχύοντες σε εμάς σήμερα νόμους. Έχει προστεθεί μάλιστα στους δικούς μας νόμους να τιμωρούνται από τους γυναικονόμους όσοι κάνουν τέτοια πράγματα, με την ιδέα ότι υποπίπτουν σε πάθη και εκτροπές ανάξιες για άνδρες αλλά ταιριαστές σε πένθη γυναικών.
[22.1] Βλέποντας ο Σόλων να γεμίζει η πόλη με ανθρώπους που συνέρεαν συνεχώς από παντού στην Αττική για ασφάλεια, ενώ τα περισσότερα μέρη της χώρας ήταν άγονα και φτωχά, και όσοι ασχολούνταν με το θαλάσσιο εμπόριο δεν συνήθιζαν να εισάγουν κανένα αγαθό σε ανθρώπους που δεν είχαν να δώσουν τίποτε ως αντάλλαγμα, έστρεψε τους πολίτες στις τέχνες. Και έκανε νόμο να μην είναι υποχρεωμένος ο γιος να συντηρεί τον πατέρα που δεν έχει διδάξει στο παιδί μια τέχνη.
[22.2] Όσο για τον Λυκούργο, που ζούσε σε μια πόλη καθαρή από ξενόφερτο όχλο και είχε στη διάθεσή του γη πολλή για πολλούς και περισσότερη για δυο φορές ακόμη τόσους σύμφωνα με τον Ευριπίδη, και το σπουδαιότερο, καθώς στη Λακεδαίμονα ήταν διασκορπισμένο ολόγυρα ένα πλήθος από Είλωτες, που το συμφέρον της χώρας επέβαλλε να μη μένει αργό, αλλά με την αδιάκοπη δουλειά και τον μόχθο να εξαθλιώνεται, όσο για τον Λυκούργο λοιπόν, καλά έκανε που απάλλαξε τους πολίτες από επίπονες και χειρωνακτικές δουλειές, για να τους έχει απασχολημένους με τα όπλα, τη μια και μόνη τέχνη που μάθαιναν και ασκούσαν.
[22.3] Ο Σόλων όμως, που προσάρμοζε τους νόμους στα πράγματα και όχι τα πράγματα στους νόμους και έβλεπε ότι το ισχνό έδαφος της χώρας με δυσκολία ικανοποιούσε τους αγρότες και δεν μπορούσε να θρέψει έναν αργόσχολο και οκνηρό όχλο, περιέβαλε με μεγάλη αξία τα επαγγέλματα και ανέθεσε στη Βουλή του Αρείου Πάγου να εξετάζει από πού έχει τα αναγκαία ο καθένας και να τιμωρεί τους τεμπέληδες.
[22.4] Πολύ πιο σκληρός ήταν ένας άλλος νόμος, που προέβλεπε να μην είναι υποχρεωμένα να συντηρούν τους πατεράδες τα παιδιά που είχαν γεννηθεί από εταίρες, όπως ιστορεί ο Ηρακλείδης ο Ποντικός. Γιατί εκείνος που παραβλέπει τα καλά σε ένα γάμο είναι φανερό ότι συζεί με μια γυναίκα όχι για να κάνει παιδιά αλλά για την ηδονή· έτσι, δεν έχει δικαίωμα αμοιβής και δεν έχει αφήσει για τον εαυτό του το θάρρος να το διεκδικήσει από τα παιδιά του, αφού γι᾽ αυτά τα παιδιά έχει κάνει τη γέννησή τους ντροπή.
[23.1] Γενικά, οι νόμοι που φαίνεται να έχουν πολύ μεγάλη παραξενιά είναι αυτοί που ο Σόλων θέσπισε για τις γυναίκες. Για παράδειγμα, σε όποιον έπιανε έναν μοιχό, έδωσε το δικαίωμα να τον σκοτώσει· εάν όμως κάποιος αρπάξει ελεύθερη γυναίκα και τη βιάσει, όρισε για την πράξη αυτή ποινή εκατό μόνο δραχμές· εάν πάλι κάποιος είναι προαγωγός, είκοσι δραχμές, εκτός και αν επρόκειτο για όσες πωλούνται φανερά, εννοώντας τις εταίρες· γιατί αυτές πηγαίνουν χωρίς να κρύβονται σ᾽ αυτούς που τις πληρώνουν.
[23.2] Ακόμη δεν επέτρεψε να πουλούν θυγατέρες ή αδερφές, εκτός και αν πιάσει κάποιος παρθένα να συνευρίσκεται με άνδρα. Είναι παράλογο να τιμωρεί κανείς για το ίδιο παράπτωμα άλλοτε σκληρά και αμείλικτα και άλλοτε επιεικώς «έτσι για πλάκα», επιβάλλοντας ως τιμωρία ένα οποιοδήποτε πρόστιμο· εκτός και εάν, επειδή το νόμισμα ήταν τότε σπάνιο στην πόλη, η δυσκολία να εξοικονομηθούν τα χρήματα έκανε βαριές τις χρηματικές ποινές.
[23.3] Στην εκτίμηση για τη δαπάνη στις θυσίες λογάριαζε ένα πρόβατο ή μια δραχμή ίσα με ένα μέδιμνο· στον νικητή των Ισθμίων όρισε να δίνεται το ποσό των εκατό δραχμών, ενώ στον Ολυμπιονίκη των πεντακοσίων· πέντε δραχμές σε όποιον έπιανε λύκο, αλλά μία μόνο σε όποιον έπιανε λυκόπουλο.
Για τις δύο τελευταίες αμοιβές ο Δημήτριος ο Φαληρέας λέει ότι η πρώτη ισοδυναμεί με την αξία βοός, η δεύτερη με την αξία προβάτου.
[23.4] Οι τιμές που ορίζει στον δέκατο έκτο άξονα για τα ιερά σφάγια είναι φυσικά πολύ μεγαλύτερες, αλλά και εκείνες, συγκρινόμενες με τις σημερινές, είναι χαμηλότερες. Για τους Αθηναίους, που έχουν χώρα καταλληλότερη για βοσκή παρά για καλλιέργεια, το κυνήγι των λύκων είναι παλαιά συνήθεια.
[23.5] Υπάρχουν και κάποιοι που υποστηρίζουν ότι οι φυλές των Αθηναίων δεν έχουν πάρει τις ονομασίες από τα παιδιά του Ίωνα, αλλά από τα γένη στα οποία διαιρέθηκαν αρχικά οι επαγγελματικές δραστηριότητές τους· οι μάχιμοι λέγονταν Όπλητες, οι εργάτες Αργαδείς, και από τις δυο υπόλοιπες φυλές οι γεωργοί Γελέοντες, ενώ όσοι ασχολούνταν με τη βοσκή και την κτηνοτροφία Αιγικορείς.
[23.6] Επειδή η χώρα της Αττικής δεν έχει επάρκεια σε νερό, καθώς δεν διαθέτει ποτάμια με διαρκή ροή, ούτε κάποιες λίμνες, ούτε άφθονες πηγές, αλλά οι περισσότεροι κάτοικοι χρησιμοποιούν τεχνητά πηγάδια, ο Σόλων θέσπισε νόμο, όπου υπήρχε δημόσιο πηγάδι σε απόσταση ενός ιππικού —το ιππικό ήταν ίσο με τέσσερα στάδια— να βολεύονται από αυτό· όπου όμως η απόσταση ήταν μεγαλύτερη, να ψάχνουν να βρουν δικό τους νερό· σε περίπτωση πάλι που έσκαβαν σε βάθος δέκα οργιές και δεν εύρισκαν νερό στο κτήμα τους, τότε να παίρνουν από τον γείτονα γεμίζοντας δυο φορές την ημέρα μιαν εξάχοη στάμνα. Γιατί πίστευε πως έπρεπε να βοηθάει όσους δεν είχαν, όχι όμως και να παρέχει εφόδια στους τεμπέληδες.
[23.7] Καθόρισε επίσης με πολλήν εμπειρία και τα μέτρα στις φυτείες· όσοι φύτευαν γενικά κάποια δέντρα στο χωράφι τους, έδωσε εντολή να κρατούν μιαν απόσταση από το χωράφι του γείτονα πέντε ποδών· όσοι όμως φύτευαν συκιά ή ελιά, να αφήνουν απόσταση εννέα πόδια, επειδή τα δέντρα αυτά απλώνονται με τις ρίζες τους μακρύτερα και δεν γειτονεύουν με όλα τα φυτά χωρίς να τα βλάπτουν, αλλά τους παίρνουν και την τροφή και αφήνουν μια ουσία που ορισμένα τα βλάπτει κιόλας.
[23.8] Επέτρεψε να ανοίξει βόθρους και χαντάκια όποιος ήθελε, κρατώντας όμως μιαν απόσταση από αυτά του ξένου ιδιοκτήτη όση και το βάθος τους· ακόμη, όποιος έβαζε μελίσσια, έπρεπε να απέχουν αυτά τριακόσια πόδια από εκείνα που είχε εγκαταστήσει πριν από αυτόν κάποιος άλλος.
[24.1] Από τα προϊόντα επέτρεψε τη διάθεση σε ξένους μόνο του ελαιόλαδου, αλλά εμπόδισε την εξαγωγή άλλων· όρισε μάλιστα να απευθύνει ο άρχοντας κατάρες σε όσους εξήγαγαν άλλα προϊόντα· αλλιώς, να πληρώνει ο ίδιος στο δημόσιο εκατό δραχμές.
[24.2] Μάλιστα ο πρώτος άξονας είναι αυτός που περιέχει τον νόμο αυτόν. Ως εκ τούτου δεν θα ήταν εντελώς απίθανο να θεωρήσει κανείς ότι έλεγαν την αλήθεια όσοι ισχυρίζονταν ότι στα παλαιά χρόνια είχε απαγορευτεί η εξαγωγή σύκων και ότι συκοφαντία είχε ονομαστεί αρχικά το να αποκαλύπτει κανείς εκείνους που έκαναν εξαγωγή σύκων.
[24.3] Έγραψε ακόμη ο Σόλων και νόμο «περί βλάβης τετραπόδων», σύμφωνα με τον οποίο πρόσταζε να παραδίδουν τον σκύλο που δαγκώνει δεμένο με λουρί τρεις πήχεις· ένα χαριτωμένο μέτρο για ασφάλεια των πολιτών.
[24.4] Δυσκολία παρουσιάζει και ο νόμος για την πολιτογράφηση, που δεν επέτρεπε να αποκτήσει κανείς δικαιώματα Αθηναίου πολίτη, εκτός από όσους είχαν εξοριστεί από την πατρίδα τους για όλη τους τη ζωή ή από εκείνους που έρχονταν να εγκατασταθούν στην Αθήνα οικογενειακώς για να ασκήσουν ένα επάγγελμα. Λένε ότι ο Σόλων έκανε αυτό όχι τόσο επειδή ήθελε να απομακρύνει τις άλλες κατηγορίες των ξένων όσο για να προσελκύσει στην Αθήνα αυτές τις δύο, με τη βεβαιότητα ότι θα συμμετείχαν στη δημόσια ζωή και συνάμα γιατί πίστευε ότι θα είναι αφοσιωμένοι πολίτες, οι πρώτοι επειδή είχαν διωχτεί αναγκαστικά από την πατρίδα τους, οι άλλοι επειδή είχαν πάρει την απόφαση να την εγκαταλείψουν.
[24.5] Πρωτότυπο ήταν και το μέτρο του Σόλωνα για τη δημόσια σίτιση, που ο ίδιος την είχε αποκαλέσει παρασίτιση· δεν επέτρεπε δηλαδή στο ίδιο άτομο να σιτίζεται πολλές φορές· αν όμως αρνιόταν αυτός στον οποίο θα γινόταν αυτή η τιμή, τον τιμωρούσε· το ένα το θεωρούσε απληστία, το άλλο περιφρόνηση προς τα κοινά.
[25.1] Σε όλους του νόμους ο Σόλων έδωσε διάρκεια εκατό ετών και καταγράφηκαν σε ξύλινους άξονες περιστρεφόμενους μέσα σε πλαίσια στα οποία περιέχονταν. Κάποια λίγα λείψανά τους διασώζονταν στο Πρυτανείο ακόμη ως τις ημέρες μας και ονομάστηκαν κύρβεις, όπως λέει ο Αριστοτέλης,
[25.2] αλλά και ο Κρατίνος, ο κωμικός ποιητής, έχει πει σε κάποια κωμωδία του:
Για όνομα του Σόλωνα και του Δράκοντα,που σήμερα ψήνουν πια στις κύρβεις τους το κριθάρι. Ορισμένοι λένε ότι κύρβεις έχουν ονομαστεί ειδικά οι πλάκες που περιείχαν τα κείμενα για τις θυσίες, ενώ άξονες οι υπόλοιποι νόμοι.
[25.3] Η Βουλή έδινε κοινό όρκο ότι θα διαφυλάξει αναλλοίωτους τους νόμους του Σόλωνα, αλλά και ο καθένας από τους θεσμοθέτες χωριστά στην αγορά, κοντά στο λίθινο βάθρο, διαβεβαιώνοντας ότι, αν παραβεί κάποιον από τους νόμους, θα αφιερώσει στους Δελφούς χρυσόν ανδριάντα ίσο με το ανάστημά του.
[25.4] Παρατηρώντας, εξάλλου, ο Σόλων την ανωμαλία στον υπολογισμό του μήνα και την κίνηση της Σελήνης που δεν συνέπιπτε ακριβώς ούτε με τη δύση του ήλιου ούτε με την ανατολή του, αλλά ότι πολλές φορές μέσα στην ίδια ημέρα τον προλάβαινε και τον προσπερνούσε, όρισε να ονομάζεται αυτή η ημέρα παλαιά και νέα, γιατί νόμιζε ότι το τμήμα αυτής της ημέρας πριν τη «σύνοδο» των δύο άστρων ανήκει στον μήνα που τελειώνει, ενώ το υπόλοιπο στον μήνα που ήδη άρχιζε. Πρώτος, καθώς φαίνεται, ερμήνευσε σωστά τα λόγια του Ομήρου τότε που ο ένας μήνας τέλειωνε και ο άλλος άρχιζε. Την επόμενη ημέρα την ονόμασε νουμηνία (:νέα σελήνη)·
[25.5] τις ημέρες μετά την εικοστή του μήνα μέχρι την τριακοστή τις αρίθμησε όχι προσθέτοντας αλλά αφαιρώντας και ελαττώνοντας, όπως ακριβώς έβλεπε να γίνεται με τις φάσεις της σελήνης.
[25.6] Μετά τη δημοσίευση όμως των νόμων ορισμένοι επισκέπτονταν τον Σόλωνα σε καθημερινή βάση επαινώντας ή κατακρίνοντας ή συμβουλεύοντάς τον να προσθέσει στα όσα είχε γράψει ή να αφαιρέσει ό,τι τύχαινε να σκεφτούν· δεν ήταν λίγοι και εκείνοι που ρωτούσαν να μάθουν και διερευνούσαν και του ζητούσαν να τους αναλύει και να διασαφηνίζει ποιό ήταν το νόημα του καθενός από τους νόμους και ποιά ερμηνεία επιδεχόταν. Γι᾽ αυτό, βλέποντας ότι και να μην ικανοποιεί την περιέργειά τους δεν ήταν σωστό αλλά και να την ικανοποιεί δημιουργούσε φθόνο, και γενικά θέλοντας να γλιτώσει από τις απορίες αυτές και να αποφύγει μια και έξω τη δυσαρέσκεια των πολιτών και την τάση τους για κατηγορίες —γιατί «στα μεγάλα έργα είναι δύσκολο να είναι κανείς αρεστός σε όλους», όπως έχει πει ο ίδιος— προβάλλοντας ως πρόσχημα του ταξιδιού του το εμπόριο στη θάλασσα, ζήτησε από τους Αθηναίους άδεια αποδημίας για δέκα χρόνια και απέπλευσε. Υπολόγιζε ότι στο χρονικό αυτό διάστημα θα συνήθιζαν οι συμπολίτες του να ζουν σύμφωνα με τους νόμους του.
[26.1] Στην αρχή λοιπόν επισκέφτηκε την Αίγυπτο και έμεινε, όπως ο ίδιος λέει, στις εκβολές του Νείλου κοντά στην ακτή του Κάνωβου. Εκεί για κάποιο χρονικό διάστημα αντάλλαξε φιλοσοφικές απόψεις με τον Ψένωπη από την Ηλιούπολη και τον Σώγχη τον Σαΐτη, τους πιο σοφούς από τους ιερείς. Από αυτούς άκουσε και τον μύθο για την Ατλαντίδα, όπως λέει ο Πλάτων, και δοκίμασε με ποίημά του να τον κάνει γνωστό στους Έλληνες.
[26.2] Στη συνέχεια πήγε στην Κύπρο, όπου εκτιμήθηκε πάρα πολύ από κάποιον Φιλόκυπρο, έναν από τους εκεί βασιλιάδες, που κυβερνούσε μια μικρή πόλη, που είχε ιδρύσει ο Δημοφών — γιος του Θησέα, στην περιοχή του Κλάριου ποταμού, σε θέση οχυρή αλλά γενικά δυσπρόσιτη και άγονη.
[26.3] Γι᾽ αυτό, επειδή κάτω από την πόλη απλωνόταν μια ωραία πεδιάδα, ο Σόλων έπεισε τον βασιλιά να αλλάξει τη θέση της πόλης και να την κάνει πιο ευχάριστη και πιο μεγάλη. Ο ίδιος ο Σόλων προσωπικά ενδιαφέρθηκε για τη μετοίκηση της πόλης και την οργάνωση κατά τον καλύτερο τρόπο, για να είναι η ζωή των πολιτών άνετη και ασφαλής, με αποτέλεσμα να συρρεύσουν στην πόλη του Φιλόκυπρου πολλοί νέοι κάτοικοι και να ζηλέψουν οι άλλοι βασιλιάδες. Γι᾽ αυτό ο βασιλιάς, αναγνωρίζοντας ευγνωμοσύνη στον Σόλωνα, ονόμασε την πόλη Σόλους από το όνομά του, ενώ προηγουμένως λεγόταν Αιπεία.
[26.4] Στην ίδρυση της νέας πόλης αναφέρεται και ο ίδιος ο Σόλων, καθόσον προσφωνώντας τον Φιλόκυπρο στις ελεγείες του λέει:
Είθε εδώ στους Σόλους να ζήσεις πολλά
χρόνια βασιλιά σ᾽ αυτή την πόλη τώρα εσύ
και αργότερα η γενιά σου.
Αλλ᾽ εμένα η Κύπρις η στεφανωμένη με ία
ας με ξεπροβοδίσει σώο από το ξακουστό νησί
με γρήγορο καράβι·
ας χαρίζει σ᾽ αυτή την πόλη χάρη και δόξα
και σε μένα καλό γυρισμό στην πατρίδα μου.
[27.1] Όσο για τη συνάντηση του Σόλωνα με τον Κροίσο, ορισμένοι την αμφισβητούν θεωρώντας την επίπλαστη λόγω της διαφοράς των χρονολογιών. Εγώ όμως, έναν διάλογο που έχει τόσο μεγάλη φήμη και τόσο πολλούς μάρτυρες και —το σπουδαιότερο— είναι ταιριαστός στο ήθος του Σόλωνα και αντάξιος της μεγαλοφροσύνης και της σοφίας του, δεν νομίζω ότι μπορώ να τον αμφισβητήσω εξαιτίας κάποιων χρονικών υπολογισμών, που αν και πάρα πολύ προσπαθούν να διορθώσουν, δεν μπορούν και μέχρι σήμερα ακόμη να άρουν τις αντιρρήσεις τους καταλήγοντας σε κάποιο κοινό σημείο μεταξύ τους.
[27.2] Λένε λοιπόν ότι, φτάνοντας στις Σάρδεις ο Σόλων στην αυλή του Κροίσου ύστερα από πρόσκλησή του, έπαθε κάτι ανάλογο με αυτό που παθαίνει κάποιος στεριανός που για πρώτη φορά κατεβαίνει στη θάλασσα.
[27.3] Εκείνος δηλαδή βλέποντας το ένα ποτάμι μετά το άλλο νομίζει ότι είναι η θάλασσα· έτσι και ο Σόλων, καθώς περνούσε μέσα από την αυλή και έβλεπε πολλούς αυλικούς ντυμένους με χλιδή και γεμάτους έπαρση να κινούνται μέσα σε ένα πλήθος από προπομπούς και δορυφόρους, είχε την εντύπωση πως ο καθένας από αυτούς ήταν ο Κροίσος, ώσπου οδηγήθηκε ενώπιόν του· φορούσε οτιδήποτε μπορούσε να φαντάζει εξαιρετικό με πολύτιμες πέτρες, με ενδύματα χρωματιστά, χρυσά κοσμήματα, ασυνήθιστο ή ζηλευτό, ώστε να φαίνεται ένα θέαμα επιβλητικότατο και πολυτελέστατο.
[27.4] Και επειδή ο Σόλων, όταν βρέθηκε απέναντί του, δεν εξεδήλωσε καμιάν έκπληξη ούτε είπε, μπροστά σ᾽ αυτά που αντίκριζε, τίποτε από όσα περίμενε ο Κροίσος, αλλά, αντίθετα, όσοι είχαν μυαλό έβλεπαν ότι περιφρονούσε την έλλειψη καλαισθησίας και τη μικρότητα του πνεύματος, έδωσε εντολή ο Κροίσος να του ανοίξουν τα θησαυροφυλάκια και να φέρουν και να του παρουσιάσουν όλα γενικά τα πολυτελή σκεύη και έπιπλα, χωρίς ο Σόλων να ζητήσει κάτι τέτοιο.
[27.5] Αρκούσε ο ίδιος ο Κροίσος από μόνος του να δώσει στον άλλον τη δυνατότητα να καταλάβει τον χαρακτήρα του.
[27.6] Αφού λοιπόν ο Σόλων είδε τα πάντα και οδηγήθηκε για δεύτερη φορά μπροστά στον Κροίσο, τον ρώτησε ο Βασιλιάς αν γνωρίζει κανέναν άνθρωπο πιο ευτυχισμένο από αυτόν. Ο Σόλων του απάντησε ότι γνωρίζει τον Τέλλο, τον συμπολίτη του, και του διηγήθηκε λεπτομερώς ότι ο Τέλλος, ένας ενάρετος άνθρωπος, που άφησε παιδιά με καλό όνομα και πέρασε τη ζωή του χωρίς να στερηθεί τίποτε από τα αναγκαία, πέθανε ένδοξα, πρώτος στη μάχη για την υπεράσπιση της πατρίδας του. Λέγοντας λοιπόν αυτά, ήδη άρχισε να δίνει στον Κροίσο την εντύπωση ανθρώπου αλλόκοτου και αγροίκου, αφού δεν μετρούσε την ευτυχία με το πολύ χρήμα ούτε και με το χρυσάφι, αλλά προτιμούσε τη ζωή και τον θάνατο ενός λαϊκού και απλού πολίτη από μια τόσο μεγάλη δύναμη και εξουσία.
[27.7] Ωστόσο, τον ξαναρώτησε αν μετά τον Τέλλο έχει γνωρίσει άλλον άνθρωπο πιο ευτυχισμένο. Και πάλι όμως ο Σόλων του απάντησε ότι γνωρίζει τον Κλέοβη και Βίτωνα, δυο αδέρφια, δυο έξοχους άνδρες για τη μεταξύ τους αγάπη και για την αγάπη προς τη μητέρα τους. Αυτοί κάποτε, επειδή τα βόδια αργούσαν, ζεύτηκαν την άμαξα οι ίδιοι και μετέφεραν τη μητέρα τους μακαριζόμενη από τους πολίτες και όλο χαρά στο ιερό της Ήρας. Αφού στη συνέχεια πρόσφεραν θυσία και ήπιαν, δεν ξύπνησαν την άλλην ημέρα, αλλά πέθαναν χωρίς πόνο και λύπη μέσα σε τόσο μεγάλη δόξα. Τότε πια ο Κροίσος οργισμένος του είπε: «εμείς κατά τη γνώμη σου δεν έχουμε καμιά θέση στους ευτυχισμένους ανθρώπους»;
[27.8] Ο Σόλων, επειδή δεν είχε διάθεση ούτε να τον κολακέψει ούτε να τον ερεθίσει περισσότερο, του είπε «βασιλιά των Λυδών, ο θεός επέτρεψε σε μας τους Έλληνες να έχουμε με μέτρο όλα τα άλλα και να μετέχουμε με μετριοφροσύνη σε μια σοφία χωρίς αυθάδεια, όπως φαίνεται, λαϊκή, όχι βασιλική ούτε και φανταχτερή· μια σοφία που, βλέποντας τη ζωή να περνάει συνεχώς από κάθε λογής μεταπτώσεις, δεν μας επιτρέπει να περηφανευόμαστε για τα αγαθά που έχουμε ούτε και να θαυμάζουμε την ευτυχία ενός ανθρώπου, αφού αυτή έχει αστάθμητο παράγοντα τον χρόνο.
[27.9] Γιατί το μέλλον θα έρθει στον καθένα μας με ποικίλες μορφές από όπου δεν το περιμένουμε. Σε όποιον ο θεός χάρισε την ευτυχία ως το τέλος της ζωής του, αυτόν εμείς θεωρούμε ευτυχισμένο. Το να μακαρίζουμε όμως έναν άνθρωπο που ζει ακόμη και διατρέχει κίνδυνο η ζωή του είναι σαν να ανακηρύσσουμε νικητή και να στεφανώνουμε έναν αθλητή, που ακόμη αγωνίζεται· είναι αβέβαιο και άκυρο». Αυτά είπε ο Σόλων και έφυγε έχοντας λυπήσει παρά νουθετήσει τον Κροίσο.
[28.1] Ο μυθοποιός Αίσωπος —έτυχε τότε να είναι προσκεκλημένος στις Σάρδεις από τον Κροίσο και τιμώμενο πρόσωπο— στενοχωρήθηκε που ο Σόλων δεν είχε ευγενική αντιμετώπιση από τον Κροίσο, και με φιλικό τρόπο του είπε: «στους βασιλιάδες τα λόγια μας πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο λίγα ή όσο γίνεται πιο ευχάριστα». Και ο Σόλων τού απάντησε «όχι, μά τον Δία, δεν συμφωνώ, ή όσο το δυνατό πιο λίγα ή όσο το δυνατό πιο καλά».
[28.2] Τότε λοιπόν ο Κροίσος έδειξε μεγάλη περιφρόνηση προς τον Σόλωνα. Όταν όμως συγκρούστηκε με τον Κύρο και ηττήθηκε στη μάχη και έχασε την πόλη του και, καθώς είχε πιαστεί αιχμάλωτος και επρόκειτο ο Κύρος να τον κάψει ζωντανό, ενώ είχε ετοιμαστεί η πυρά και είχε ανεβεί δεμένος, τότε μπροστά σε όλους τους Πέρσες, παρόντος και του Κύρου, υψώνοντας τη φωνή του ώστε να φτάσει όσο γίνεται πιο μακριά και με όση δύναμη είχε φώναξε δυνατά τρεις φορές «Ω Σόλων».
[28.3] Ο Κύρος απόρησε και έστειλε ανθρώπους του να τον ρωτήσουν ποιός άνθρωπος ή θεός ήταν αυτός ο Σόλων, που μόνο αυτόν ζήταγε στη δύσκολη θέση στην οποία βρισκόταν.
[28.4] Και ο Κροίσος χωρίς να κρύψει τίποτε είπε: «αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας από τους σοφούς των Ελλήνων, που εγώ τον είχα προσκαλέσει, όχι επειδή ήθελα να ακούσω ούτε και να μάθω κάτι από όσα χρειαζόμουν, αλλά για να γίνει θεατής και να φύγει μάρτυρας και κήρυκας της ευτυχίας μου εκείνης, που το να τη χάσω, όπως βλέπω, ήταν μεγάλο κακό, αλλά και το να την αποχτήσω δεν ήταν κανένα καλό.
[28.5] Γιατί όταν την είχα, το καλό της ήταν μόνο λόγια και ιδέα· οι μεταπτώσεις της όμως καταλήγουν έμπρακτα σε δεινά φοβερά και σε συμφορές αγιάτρευτες. Εκείνος λοιπόν ο άνθρωπος, συμπεραίνοντας αυτά τα σημερινά από τα τότε, με συμβούλευσε να περιμένω το τέλος της ζωής και να μην αποθρασύνομαι στηριζόμενος σε αβέβαιες και επισφαλείς εντυπώσεις».
[28.6] Όταν αναφέρθηκαν αυτά στον Κύρο, καθώς ήταν σοφότερος από τον Κροίσο και έβλεπε ότι ο λόγος του Σόλωνα επαληθευόταν στην πράξη, όχι μόνο άφησε ελεύθερο τον Κροίσο αλλά και συνέχισε να τον τιμά όσο ζούσε. Και ο Σόλων απόκτησε φήμη, αφού με έναν του λόγο έσωσε τον έναν βασιλιά κι έγινε δάσκαλος του άλλου.
[29.1] Κατά τη διάρκεια της αποδημίας του Σόλωνα άρχισαν στην Αθήνα οι εμφύλιες ταραχές. Επικεφαλής των Πεδιέων ήταν ο Λυκούργος, των Παραλίων ο Μεγακλής, ο γιος του Αλκμαίωνος, των Διακρίων ο Πεισίστρατος. Στους τελευταίους ανήκε ο πολύς λαός της τάξης των Θητών, οι πλέον δυσαρεστημένοι προς τους πλουσίους. Η πόλη εφάρμοζε ακόμη τους νόμους του Σόλωνα, όλοι όμως προσδοκούσαν πολιτικές αλλαγές και επιθυμούσαν διακαώς άλλη κατάσταση, με την ελπίδα ότι με την αλλαγή θα είχαν όχι απλώς τα ίδια αλλά περισσότερα από τους αντιπάλους τους και θα επικρατούσαν εξολοκλήρου.
[29.2] Έτσι είχαν τα πράγματα, όταν ο Σόλων έφτασε στην Αθήνα. Όλοι τον σέβονταν και τον τιμούσαν· δεν είχε όμως πια τη δύναμη λόγω γηρατειών ούτε και την ψυχική διάθεση, όπως παλαιά, να μιλάει και να αναμειγνύεται ενεργά στην πολιτική· ωστόσο, στις ιδιαίτερες συναντήσεις του με τους αρχηγούς των παρατάξεων, προσπαθούσε να διαλύσει τις διαφορές τους και να τους συμφιλιώσει· είχε όμως τη γνώμη ότι ο Πεισίστρατος ήταν εκείνος που τον πρόσεχε περισσότερο από όλους.
[29.3] Ο Πεισίστρατος είχε στις συζητήσεις μια γλυκύτητα και κάτι το προσφιλές· βοηθούσε τους φτωχούς και προς τους εχθρούς ήταν συγκαταβατικός και μετριοπαθής.
[29.4] Αλλά και όσα χαρίσματα δεν είχε από τη φύση του, και σ᾽ αυτά ακόμη, επειδή ήξερε να υποκρίνεται, τον πίστευαν περισσότερο από αυτούς που τα είχαν· παρουσιαζόταν ως ευλαβής, κόσμιος, ως άνθρωπος που πάνω από όλα αγαπούσε την ισότητα, και δυσανασχετούσε αν κάποιος επιχειρούσε να αλλάξει την παρούσα πολιτική κατάσταση και επιθυμούσε μεταβολές στο πολίτευμα. Με αυτά εξαπατούσε τον λαό.
[29.5] Ο Σόλων όμως γρήγορα κατάλαβε τον χαρακτήρα του και πρώτος αυτός διέβλεψε τα επίβουλα σχέδιά του. Παρ᾽ όλα αυτά, δεν τον μίσησε, αλλά προσπαθούσε να τον κατευνάσει και να τον νουθετήσει, και έλεγε τόσο στον ίδιο όσο και στους άλλους ότι, αν αφαιρούσε κανείς από την ψυχή του το πάθος του να είναι πρώτος και θεράπευε την επιθυμία της τυραννίδας, δεν έχει κάνει η φύση άλλον άνθρωπο πιο ενάρετο και καλύτερο πολίτη.
[29.6] Όταν ο Θέσπις με τους ανθρώπους του άρχισαν να αλλάζουν την τραγωδία, και το πράγμα, ως νέο που ήταν, προσέλκυε πολλούς, χωρίς ακόμη να έχει πάρει τη μορφή άμιλλας των ποιητών σε διαγωνισμούς, ο Σόλων, όντας από τη φύση του φιλήκοος και φιλομαθής, κι επειδή πολύ περισσότερο τώρα στα γεράματά του είχε την κλίση να ξεκουράζεται και να ψυχαγωγείται και, μά τον Δία, να το ρίχνει στο ποτό και στη μουσική, πήγε να παρακολουθήσει τον Θέσπη που παρίστανε ο ίδιος τα έργα του, όπως το συνήθιζαν οι παλαιοί ποιητές.
[29.7] Μετά την παράσταση αποτάθηκε στον Θέσπη και τον ρώτησε αν δεν ντρέπεται που μπροστά σε τόσο κόσμο έλεγε τόσο μεγάλα ψέματα. Όταν ο Θέσπις του απάντησε ότι δεν είναι δα και φοβερό πράγμα να λέει κανείς ή να παριστάνει τέτοια με πρόθεση να διασκεδάσει τον κόσμο, τότε ο Σόλων χτυπώντας δυνατά το έδαφος με το μπαστούνι του είπε: «επαινώντας όμως και επιβραβεύοντας κατά αυτόν τον τρόπο αυτή τη διασκέδαση θα τη βρούμε γρήγορα και στα σοβαρά θέματα».
[30.1] Κάποτε ο Πεισίστρατος αυτοτραυματίστηκε και ήρθε στην αγορά μεταφερόμενος πάνω σε άμαξα· προσπαθούσε να ξεσηκώσει τον λαό ότι τάχα έγινε στόχος των εχθρών του για τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Παρέσυρε πολλούς που αγανακτούσαν μαζί του και φώναζαν· τότε τον πλησίασε ο Σόλων, στάθηκε κοντά του και του είπε: «γιε του Ιπποκράτη, δεν υποκρίνεσαι σωστά τον ομηρικό Οδυσσέα· γιατί εσύ ξεγελάς τους πολίτες με τα ίδια μέσα με τα οποία εκείνος εξαπάτησε τους εχθρούς αυτοτραυματιζόμενος επίτηδες».
[30.2] Ωστόσο ο λαός, εξαιτίας αυτού του περιστατικού, ήταν έτοιμος να προστατεύσει τον Πεισίστρατο και συγκλήθηκε Εκκλησία του Δήμου.
[30.3] Και όταν ο Αρίστων πρότεινε να δοθούν στον Πεισίστρατο πενήντα ροπαλοφόροι ως σωματοφύλακές του, σηκώθηκε ο Σόλων και αντέδρασε. Είπε πολλά όμοια με εκείνα που είχε γράψει στα ποιήματά του:
Προσοχή στη γλώσσα και στα λόγια δόλιου ανθρώπου·ο καθένας σας χωριστά βαδίζει στα ίχνη αλεπούς,αλλά όλοι σας, ως σύνολο, είστε πολύ αφελείς.
[30.4] Βλέποντας ο Σόλων από τη μια τους φτωχούς να είναι αποφασισμένοι να ικανοποιήσουν τον Πεισίστρατο και να φωνασκούν, από την άλλη τους πλούσιους να αποχωρούν φοβισμένοι, έφυγε και ο ίδιος· είπε όμως ότι είναι σοφότερος από τους πρώτους και γενναιότερος από τους δεύτερους· πιο σοφός από αυτούς που δεν καταλάβαιναν αυτό που γινόταν, πιο γενναίος από εκείνους που καταλάβαιναν βέβαια, αλλά φοβούνταν να αντιδράσουν στην επιβολή τυραννίδας.
[30.5] Μετά την κύρωση του ψηφίσματος του Αρίστωνα, ο λαός ούτε καν ασχολούνταν με τις λεπτομέρειες για τον αριθμό των ροπαλοφόρων του Πεισιστράτου και αδιαφορούσε βλέποντάς τον να συντηρεί φανερά και να συγκεντρώνει όσους ήθελε, μέχρι που κατέλαβε την Ακρόπολη.
[30.6] Ύστερα από αυτό η πόλη έπεσε σε ταραχές. Ο Μεγακλής με τους άλλους Αλκμαιωνίδες έφυγε αμέσως από την πόλη. Ο Σόλων ήταν πια πολύ γέρος και δεν είχε τους ανθρώπους που θα του συμπαραστέκονταν· ωστόσο, εμφανίστηκε στην αγορά και μίλησε προς τους πολίτες· τους κάκισε για την ατολμία και τη νωθρότητά τους αλλά ακόμη και τώρα τους παρότρυνε και τους καλούσε να μη θυσιάσουν την ελευθερία τους. Τότε ήταν που είπε και αυτό που θα το θυμούνταν και αργότερα, ότι νωρίτερα που η τυραννίδα ετοιμαζόταν ήταν πιο εύκολο να εμποδίσουν την επιβολή της, σήμερα όμως που έχει επιβληθεί και έχει ριζώσει για καλά είναι μεγαλύτερο και πιο λαμπρό κατόρθωμα να την ξεριζώσουν και να την ανατρέψουν.
[30.7] Καθώς όμως κανένας δεν του έδινε σημασία από φόβο, γύρισε στο σπίτι του και, αφού πήρε τα όπλα του και τα έβαλε στο στενό μπροστά στην αυλόπορτα, είπε: «Από εμένα έχει προσφερθεί κάθε δυνατή βοήθεια και στην πατρίδα και στους νόμους».
[30.8] Μετά ζούσε ήρεμα· και, ενώ οι φίλοι του τον προέτρεπαν να φύγει από την πόλη, δεν έδινε σημασία, αλλά συνέχιζε να γράφει ποιήματα και να ονειδίζει τους Αθηναίους·
εάν έχετε πάθει συμφορές από δική σας δειλία,
μη ρίχνετε γι᾽ αυτές το φταίξιμο στους θεούς.
Γιατί τους τυράννους μόνοι σας τους κάνατε ισχυρούς
δίνοντάς τους προστασία,
γι᾽ αυτό και πέσατε σε επαίσχυντη δουλεία.
[31.1] Πολλοί προσπαθούσαν να τον νουθετήσουν γι᾽ αυτά που έγραφε, γιατί ο τύραννος θα τον σκότωνε, και, όταν τον ρωτούσαν πού βασίζεται και φέρεται τόσο ανόητα, απαντούσε «στα γεράματα».
[31.2] Ο Πεισίστρατος όμως, όταν έγινε κύριος της κατάστασης, τόσο πολύ περιποιήθηκε τον Σόλωνα με το να τον τιμά, να του φέρεται με φιλοφρονήσεις και να τον καλεί κοντά του, τόσο μάλιστα ώστε να γίνει και σύμβουλός του και να επιδοκιμάζει πολλές από τις ενέργειές του.
[31.3] Γιατί ο Πεισίστρατος διατηρούσε σε ισχύ τους περισσότερους νόμους του Σόλωνα, εφαρμόζοντάς τους πρώτος αυτός και υποχρεώνοντας και τους φίλους του να κάνουν το ίδιο. Για παράδειγμα, όταν κάποτε κλήθηκε στον Άρειο Πάγο για υπόθεση φόνου, ενώ ήταν ήδη τύραννος, παρουσιάστηκε στο δικαστήριο για να απολογηθεί με ταπείνωση, ενώ ο κατήγορός του δεν παρέστη. Ο ίδιος ο Πεισίστρατος θέσπισε και νέους νόμους, ένας από τους οποίους ήταν και εκείνος που όριζε να συντηρούνται από το δημόσιο όσοι έμεναν ανάπηροι από τραύματα στον πόλεμο.
[31.4] Ο Ηρακλείδης λέει ότι σε αυτό ο Πεισίστρατος μιμήθηκε τον Σόλωνα, που είχε ψηφίσει νωρίτερα κάτι ανάλογο για τον Θέρσιππο που είχε μείνει ανάπηρος.
[31.5] Εξάλλου, όπως έχει ιστορήσει ο Θεόφραστος, και τον νόμο για την αργία δεν τον θέσπισε ο Σόλων αλλά ο Πεισίστρατος· με τον νόμο αυτόν έκανε και την ύπαιθρο πιο παραγωγική και την πόλη πιο ήρεμη.
[31.6] Ο Σόλων καταπιάστηκε με τη μεγάλη πραγματεία για την παράδοση ή για τον μύθο της Ατλαντίδας, που είχε ακούσει από τους λογίους στη Σάη και ενδιέφερε τους Αθηναίους, αλλά κουράστηκε, όχι από πολλές ασχολίες, όπως λέει ο Πλάτων, αλλά μάλλον από τα γεράματα, τρομάζοντας στην ιδέα ενός τόσο μεγάλου έργου.
[31.7] Γιατί, ότι είχε στη διάθεσή του πολύν χρόνο ελεύθερο, το δείχνουν οι παρακάτω στίχοι:
Γερνάω μαθαίνοντας συνεχώς πολλά και
Τώρα μου αρέσουν τα έργα της Αφροδίτης,
του Διόνυσου και των Μουσών,
που δίνουν χαρές στους ανθρώπους.
[32.1] Ο Πλάτων με τη φιλοδοξία να επεξεργαστεί και να εξωραΐσει την ιστορία της Ατλαντίδας σαν να ήταν το εγκαταλειμμένο έδαφος εύφορης γης που κατά κάποιον τρόπο τού ανήκε λόγω συγγένειας, έβαλε στον Πρόλογο μεγάλες αυλόπορτες, περιβόλους και αυλές, τέτοια που δεν είχε καμιά άλλη ιστορία ούτε μύθος ούτε ποίημα. Καθώς όμως άρχισε αργά πέθανε χωρίς να προλάβει να τελειώσει το έργο του· έτσι, όσο μεγάλη είναι η ευχαρίστηση που μας προσφέρουν τα όσα έχει γράψει, άλλο τόσο είναι η λύπη από αυτά που παρέλειψε.
[32.2] Γιατί όπως η πόλη της Αθήνας άφησε ημιτελές το Ολυμπιείο, έτσι και η σοφία του Πλάτωνα άφησε την Ατλαντίδα ως το μοναδικό ημιτελές μέσα στα πολλά και λαμπρά έργα του.
[32.3] Ο Σόλων λοιπόν έζησε πολλά χρόνια αφότου επιβλήθηκε η τυραννίδα από τον Πεισίστρατο, όπως ιστορεί ο Ηρακλείδης ο Ποντικός· αλλά σύμφωνα με τον Φανία από την Ερεσό, λιγότερο από δύο χρόνια. Γιατί ο Πεισίστρατος έγινε τύραννος, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Κωμίας, και ο Σόλων πέθανε, κατά τον Φανία, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Ηγέστρατος, που πήρε το αξίωμα μετά τον Κωμία.
[32.4] Όσο για το σκόρπισμα της στάχτης, μετά το κάψιμο της σορού του, στην περιοχή της Σαλαμίνας, είναι εξαιτίας της παραδοξότητάς του εντελώς απίθανο, ένα παραμύθι· ωστόσο, μεταξύ άλλων πολλών αξιόλογων ανδρών, έχει αναφερθεί και από τον Αριστοτέλη.
ΠΗΓΕΣ:
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας 2012 – www.greek-language.gr
Μτφρ. Α.Ι. Γιαγκόπουλος – Ζ.Ε. Μαλαθούνη. 2012. Πλούταρχος, “Σόλων”. Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ.