Μενού Κλείσιμο

Η Δήλος αναδύεται στην ελληνική Ιστορία πάνω από τρεις χιλιάδες χρόνια από σήμερα ως ένα πολύ σημαντικό λατρευτικό κέντρο του ιωνικού κόσμου. Σύμφωνα με τη μυθολογία η νήσος Δήλος είναι το ιερό νησί των Αρχαίων Ελλήνων το οποίο σύμφωνα με την μυθολογία φανερώθηκε στην Λητώ – καταδιωκόμενη από την Ήρα – μέσα από τα κύματα του Αιγαίου και σταθεροποιήθηκε στην καρδία του Αιγαίου με αδαμάντινους κίονες, για να γεννήσει σ’ αυτό τον Απόλλωνα και την Άρτεμη. Γύρω από την ιερή Δήλο, τα νησιά έστησαν κυκλικό χορό, γι’ αυτό και ονομάστηκαν Κυκλάδες. Τα πρώτα ίχνη κατοίκησης (3η χιλιετία π.Χ.) εντοπίζονται στο όρος Κύνθος (112 μ.). Στον πιο προστατευμένο όρμο του νησιού, πάνω στα ερείπια τoυ μυκηναϊκού οικισμού (β΄ μισό 2ης χιλ. π.Χ.), ιδρύθηκε το ιερό του Απόλλωνα, γνωστό από την εποχή των ομηρικών επών. Το ιερό της Δήλου φέρει ίχνη παρουσίας ειδικά της Νάξου και της Πάρου. Η υπεροχή της δεύτερης αποτυπώνεται σε κτήρια και αναθήματα (Oίκος των Nαξίων, το κολοσσικό άγαλμα του Aπόλλωνα και το Άνδηρο των Λεόντων, των φυλάκων της Iερής Λίμνης και του φοίνικα που αγκάλιασε η Λητώ για να φέρει στον κόσμο τον Απόλλωνα).

Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. οι Αθηναίοι κυριάρχησαν στο ιερό νησί και το 540 π.Χ ο Πεισίστρατος κάνει την πρώτη κάθαρσή του. Το 478 π.Χ. οι Αθηναίοι ίδρυσαν τη Δηλιακή Συμμαχία, όπου το νησί της Δήλου (όπως φαίνεται και στο όνομά της) αποτελούσε έδρα της. Εκεί φυλασσόταν το τεράστιο ποσό των εισφορών των συμμαχικών πόλεων και πραγματοποιούνταν οι συναντήσεις των αντιπροσώπων. Το 476 π.Χ. άρχισε να οικοδομείται ο δεύτερος ναός του Απόλλωνα, ο Μέγας Ναός, ή Ναός των Δηλίων. Η οικοδόμηση του διακόπηκε μετά την μεταφορά του ταμείου στην Αθήνα, συνεχίστηκε την περίοδο της Δηλιακής ανεξαρτησίας (314-166 π.Χ.), αλλά ποτέ δεν ολοκληρώθηκε.

Τον χειμώνα του 426/5 π.Χ. οι Αθηναίοι έκαναν την “κάθαρση” της Δήλου, δήθεν για λόγους ευσεβείας. Άνοιξαν όλους τους τάφους που υπήρχαν στο νησί και μετέφεραν τα οστά και τα κτερίσματα στη Ρήνεια, όπου τα έθαψαν σ’ ένα κοινό λάκκο. Παράλληλα αποφάσισαν να μην γεννιέται και να μην πεθαίνει κανείς πια στη Δήλο, αλλά να μεταφέρονται οι επίτοκοι και οι βαριά άρρωστοι στη Ρήνεια. Από τότε κανείς δεν γεννήθηκε, κανείς δεν πέθανε και κανείς δεν τάφηκε στο Ιερό νησί, οι δε Δήλιοι, όπως επεδίωκαν οι Αθηναίοι, έγιναν απάτριδες. Το 422 π.Χ. ολοκλήρωσαν την «κάθαρση» εξορίζοντας όλο τον ντόπιο πληθυσμό.

Αμέσως μετά την κάθαρση, παρά το γεγονός ότι ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση, οι Αθηναίοι αρχίζουν, από τύψεις ή από φόβο, το εξαιρετικά δαπανηρό έργο της οικοδόμησης ενός ακόμη ναού του Απόλλωνα από λευκό πεντελικό μάρμαρο και καθιερώνουν τα Δήλια, γιορτή προς τιμήν του Απόλλωνα κάθε πέντε χρόνια.

Πολύ σύντομα η Δηλιακή Συμμαχία εξελίσσεται σε Αθηναϊκή ηγεμονία και οι σύμμαχοι γίνονται υπήκοοι των Αθηναίων. Τα χρήματα του κοινού ταμείου μεταφέρθηκαν το 454 π.Χ. στην Ακρόπολη των Αθηνών, δήθεν για λόγους ασφαλείας, στην πραγματικότητα όμως για να χρηματοδοτήσουν το φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα του Περικλή. Η αθηναϊκή ηγεμονία στη Δήλο διατηρείται ως το 315 π.Χ., όταν με την έλευση των Μακεδόνων το νησί αποκτά την ανεξαρτησία του και τη δυνατότητα να αναπτυχθεί εμπορικά.

Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το Αιγαίο συνταράσσεται για σαράντα σχεδόν χρόνια από τους πολέμους των φιλόδοξων στρατηγών που τον διαδέχτηκαν. Ο Αντίγονος και ο γιος του Δημήτριος ο Πολιορκητής ίδρυσαν το Κοινόν των Νησιωτών με θρησκευτικό κέντρο τη Δήλο, η οποία κηρύχτηκε ελεύθερη και ανεξάρτητη (314 – 166 π.Χ.).

Την εποχή της ανεξαρτησίας οι ηγεμόνες των ελληνιστικών κρατών συναγωνίζονται στην επιδεικτική οικοδόμηση λαμπρών κτηρίων στο Ιερό νησί. Όλη η περιοχή του Ιερού ήταν γεμάτη με εκατοντάδες μαρμάρινα και χάλκινα αγάλματα, δαπανηρά αναθήματα πόλεων ή πλούσιων ιδιωτών, από τα οποία σώθηκαν μονάχα τα ενεπίγραφα βάθρα.Η σχέση της με τα ελληνιστικά κράτη της Ανατολής και την Αίγυπτο οδηγεί σε νέα άνθηση.

Με την ήττα των Μακεδόνων από τους Ρωμαίους (Πύδνα, 168 π.Χ.) τελειώνει και η περίοδος της ανεξαρτησίας της Δήλου. Το 166 π.Χ. οι Ρωμαίοι την παραχωρούν ξανά στους Αθηναίους, οι οποίοι εξορίζουν και πάλι τους Δήλιους, και εγκαθιστούν στο νησί Αθηναίους εποίκους. Παράλληλα οι Ρωμαίοι, που ρυθμίζουν πλέον τις τύχες της Μεσογείου, ανακήρυξαν τη Δήλο ελεύθερο λιμάνι με στόχο να εξοντώσουν οικονομικά την αντίπαλο τους Ρόδο. Η απαλλαγή από τους φόρους, η ατέλεια, αλλά και η εξαιρετική γεωγραφική της θέση και η καταστροφή της Κορίνθου (146 π.Χ.), σημαντικότατου μέχρι τότε εμπορικού κέντρου, είχαν σαν αποτέλεσμα να συγκεντρωθεί εκεί όλο το διαμετακομιστικό εμπόριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Βορά και Νότου. Η ισχυρή Ρόδος καταστράφηκε οικονομικά, ενώ το μικρό νησί έγινε πολύ σύντομα το maximum emporium totius orbisterrarum (Festus), δηλαδή το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της οικουμένης.

Οι ξένοι κάτοικοι υπερτερούν έναντι των Αθηναίων. Πολυάριθμες πολυτελείς κατοικίες, αγορές, ιερά και ενώσεις επιχειρηματιών, εμπόρων και εφοπλιστών ιδρύονται στο νησί. Στην κορυφή του Κύνθου, πλάι στους αρχαιότατους ναούς του Διός Κυνθίου και της Αθηνάς Κυνθίας, χτίζονται τα ιερά των θεών της Ασκάλωνος, του Διός Υψίστου, των θεών της Ιάμνειας. Χαμηλότερα, πλάι στο αρχαϊκό Ηραίο, ανακαινίζονται τα ιερά των Αιγυπτίων θεών, με τον επιβλητικό, αναστηλωμένο σήμερα, ναό της Ίσιδας, ενώ βορειότερα εκτείνεται το ιερό των Συρίων θεών. Στην ανατολική ακτή βρίσκεται η αρχαιότερη πιθανώς Εβραϊκή συναγωγή της Ευρώπης. Ξένοι ιδρύουν λέσχες. Οι Ποσειδωνιαστές από τη Βηρυττό ταυτίζουν τον Βάαλ με τον Ποσειδώνα. Υπολογίζεται ότι γύρω στο 90 π.Χ. στο μικρό αυτό νησί, που δεν είναι παρά μια κουκίδα στο χάρτη της Μεσογείου, κατοικούσαν περίπου 30.000 άνθρωποι και στα λιμάνια του ήταν δυνατόν να διακινηθούν κάθε χρόνο 750.000 τόνοι εμπορευμάτων.

Από τις αναθηματικές επιγραφές και τα ταφικά μνημεία της Ρήνειας φαίνεται ότι εκτός από τους Αθηναίους και τους Ρωμαίους, που αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού, στη Δήλο κατοικούν άνθρωποι από την Πελοπόννησο, την Κεντρική και Δυτική Ελλάδα, τη Μακεδονία, τα νησιά του Αιγαίου, τη Θράκη και τον Εύξεινο Ποντο, την Ταυρική Χερσόνησο, την Τρωάδα, τη Μυσία, την Αιολίδα, την Ιωνία, τη Λυδία, την Καρία, τη Λυκία, τη Βιθυνία, την Παφλαγονία, τον Πόντο, την Καππαδοκία, την Πισιδία, την Παμφυλία, την Κιλικία, τη Συρία, τη Μηδία, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Κυρήνη και την Αραβία.

Όλοι αυτοί συνυπάρχουν ειρηνικά, υιοθετούν τον ελληνικό τρόπο ζωής, μιλούν και γράφουν ελληνικά, κατοικούν σε ελληνικά σπίτια, κτίζουν ιερά στα οποία λατρεύουν τους θεούς τους χωρίς κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα, εργάζονται και διασκεδάζουν μαζί, ενώ τα παιδιά τους φοιτούν στο ίδιο Γυμνάσιο, παίζουν και γυμνάζονται μαζί στις ίδιες παλαίστρες.

Οι Έλληνες ποτέ δεν είχαν τον φανατισμό των μονοθεϊστικών θρησκειών. Ήταν πάντα πρόθυμοι να δεχθούν ότι ο θεός που λάτρευε ο γείτονάς τους ήταν κι αυτός θεός, πολύ συχνά μάλιστα ένας από τους δικούς τους θεούς με άλλο όνομα. Ο Απόλλωνας, μετά από κάποιους αρχικούς δισταγμούς, δέχεται να μοιραστεί την γενέτειρά του με τον Σάραπι , την Ίσιδα, τον Αρποκράτη και τον Άνουβι, με τον Θεό του Ισραήλ και τους θεούς των Αράβων, με την Ατάργατη και τον Αδάδ, τους θεούς της Ασκαλώνος και της Ιάμνειας.

Έτσι για πρώτη ίσως φορά στην ανθρώπινη ιστορία σ’ αυτή τη μικρή γωνιά της γης συνυπάρχουν ειρηνικά όλοι σχεδόν οι λαοί της Μεσογείου. Τα πλοία που έφταναν διαρκώς στα λιμάνια της Δήλου δεν έφερναν μονάχα εμπορεύματα, αλλά και ανθρώπους και νέα και ιδέες από όλες σχεδόν τις παραλιακές πόλεις της Μεσογείου. Ο τότε κόσμος έμοιαζε να είναι μια μικρή γειτονιά γύρω από τη Μεσόγειο που τους ένωνε και μας ενώνει. Τη Μεσόγειο, όπου η μυστικιστική Ανατολή και η Δύση της δράσης και της προόδου συναντώνται με την Ελλάδα του λόγου, του μέτρου και της αρμονίας, το χώρο που ο νους κι η καρδιά συνυπάρχουν αρμονικά, όπου η αγάπη της ζωής και η υποταγή στο πεπρωμένο εξισορροπούνται.

Η εύνοια της Ρώμης προς τη Δήλο υπήρξε και η αιτία καταστροφής της. Η Δήλος καταστράφηκε και λεηλατήθηκε δυο φορές: το 88 π.Χ. από τον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη, που ήταν σε πόλεμο με τους Ρωμαίους, και το 69 π.Χ. από τους πειρατές του Αθηνόδωρου, σύμμαχου του Μιθριδάτη. Αργότερα οι Ρωμαίοι τείχισαν τμήμα της πόλης, που περιελάμβανε το ιερό και τη συνοικία του Θεάτρου. Η Δήλος συνέχισε να κατοικείται ως τον 6ο αι. μ.Χ., αν και το εμπόριο είχε πλέον σημειώσει σημαντική ύφεση. Τα πλούσια σπίτια μετατράπηκαν σε εργαστήρια τεχνιτών ενώ οι Αθηναίοι, που εξακολουθούσαν τυπικά να είναι κύριοι της νήσου, προσπάθησαν ανεπιτυχώς να αναβιώσουν τις παλιές εορτές της Δήλου. Οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές που εντοπίστηκαν στο νησί μαρτυρούν τη διάδοση του χριστιανισμού. Από τον 5ο αι. μ.Χ. η Δήλος χαρακτηρίζεται από τους οδοιπόρους ως άδηλος. Η αρχαία δόξα της Δήλου επανέρχεται στη μνήμη του δυτικού κόσμου με την Αναγέννηση και τους περιηγητές. Οι ανασκαφές, που άρχισαν το 1872 και συνεχίζονται ακόμη, έχουν αποκαλύψει το Ιερό και ένα μεγάλο μέρος της κοσμοπολίτικης ελληνιστικής πόλης.

Τα ευρήματα φυλάσσονται στο Μουσείο Δήλου και περιλαμβάνουν (ολόκληρα ή τμήματα) περίπου 30.000 αγγεία, ειδώλια, μικροαντικείμενα, 8.000 γλυπτά, 3.000 επιγραφές. Το μεγαλύτερο μέρος των γλυπτών και ένα μικρό μέρος των αγγείων και των μικροαντικειμένων εκτίθενται στις έντεκα αίθουσες του Μουσείου Δήλου.

Από το 1990 ολόκληρη το νησί έχει χαρακτηριστεί Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά και προστατεύεται από την UNESCO. Τα τελευταία χρόνια γίνεται ένα τεράστιο έργο συντήρησης και στερέωσης των μνημείων που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και το Ελληνικό Κράτος.