Μενού Κλείσιμο

Στην νομισματική επιστήμη υπήρχαν μέχρι πρόσφατα περί τους 2000 ανεξακρίβωτους Θρακομακεδονικούς τύπους νομισμάτων, οι οποίοι αφορούσαν την περιοχή του Παγγαίου και αποτελούσαν το 60% των νομισμάτων του 6ου, 5ου και 4ου αιώνα π.Χ. στην αρχαία Ελλάδα. Ο νομισματολόγος και ερευνητής Αστέριος Τσίντσιφος θέλησε να ταυτοποιήσει αυτά τα ανεξακρίβωτα νομίσματα, κατί το οποίο επέτυχε ύστερα από 25 χρόνια προσπαθειών. Η έρευνα του επιστήμονα πέρα από την ταυτοποίηση των νομισμάτων, έφερε στην επιφάνεια πολλά νέα ιστορικά στοιχεία και αποκαλύψεις. 

Πριν τον 8o αιώνα π.Χ. η χρήση και ιδιοκτήσία του χρυσού αφορούσε τις βασιλικές οικογένειες και την πολύ υψηλή αριστοκρατία. Με το πέρασμα των χρόνων άρχισε να αλλάζει και ολοένα και περισσότεροι ήθελαν να διαθέτουν χρυσά και ασημένια κοσμήματα, σκεύη κλπ. Αυτή η αύξηση της ζήτησης σε πολύτιμα μέταλλα έφερε τον “Πυρετό του Χρυσού”, έτσι πολλοί στράφηκαν προς αναζήτησή του.

Οι Σάμιοι, οι Κλαζομενίοις και οι Μιλήσιοι ήταν οι πρώτες φυλές που στράφηκαν προς το Παγγαίο και ανάκαλυψαν τα τεράστια κοιτάσματά του. Αυτές οι τρεις Ιωνικές φυλές ήταν εκείνες που δημιούργησαν τα πρώτα νομισματικά βάρη, με το Σάμιο νομισματικό πρότυπο να αποτελεί το αρχαιότερο και να ακολουθεί των Κλαζομενίων και των Μιλησίων.

Η περιοχή του Παγγαίου.

Αργότερα, τον 7ο αι. π.Χ. οι Μακεδόνες, ένα δωρικό φύλο (Ηρακλειδείς), εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην περιοχή, καθοδηγούμενοι από τότε από την περίφημη οικογένεια των Τιμενίδων. Μόλις έφτασαν δυτικά του Παγγαίου εξεδίωξαν αρχικά τους Πιερείς, οι οποίοι εστράφησαν προς επαναγκατάσταση στην περιοχή του Παγγαίου. Οι Πιερείς μεταφέρθηκαν στο νότιο Παγγαίο και αφομοίωσαν όλα τα τοπικά φύλα, γι’ αυτό τον λόγο η περιοχή ονομάστηκε Πιερία, κάτι που διατηρείται μέχρι και σήμερα.

Οι κάτοικοι της Χαλκιδικής (Χαλκιδέοι), οι οποίοι βρίσκονταν κοντά στην περιοχή, ήταν από τους πρώτους που συμμετείχαν μαζί με τους Ίωνες στην εξόρυξη πολύτιμων μετάλλων από το Παγγαίο. Λόγω της εγκατάσταση εκατοντάδων μεταλλωρύγχων,  τα κτηνοτροφικά χωρία που βρίσκονται εντός και πέριξ του Παγγαίου άρχισαν να μετατρέπονται σε αστικά κέντρα.

Μέχρι εκείνη την εποχή το εμπόριο διενεργούνταν με την ανταλλαγή αγαθών, κυρίως τροφίμων, όμως ύστερα από την εκτενής εξόρυξη πολύτιμων μετάλλων από το Παγγαίο, ο χρυσός και το ασήμι θα έπρεπε να συμπεριληφθούν και εκείνα ως ανταλλακτικά μέσα. Έτσι, οι Ίωνες για να διευκολύνουν αυτή την διαδικασία, πείσαν τα τοπικά φύλα να υιοθετήσουν μια κλίμακα βαρών που θέσπισαν οι πρώτοι. Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν η δημιουργία της πρώτης συναλλαγής νομισμάτων στον αρχαίο κόσμο.

Η συναλλαγή των νομισμάτων στο εμπόριο τα πρώτα 50 χρόνια (6ο αιώνα π.Χ.) παρέμεινε στα όρια της περιοχής του Παγγαίου. Στη συνέχεια, αντιλαμβανόμενοι και οι υπόλοιποι Έλληνες την αξία της περιοχής, άρχισαν να αποστέλλονται αντιπροσωπείες από όλες τις περιοχές της Ελλάδας. Βεβαίως, τον έλεγχο του Παγγαίου συνέχιζαν να τον διατηρούν τα τοπικά φύλα, έτσι οποιαδήποτε εργασία πραγματοποιούνταν από τους άποικους γίνονταν ύστερα από συνεννόηση και συντονισμό από τους παλαιούς κατοίκους της περιοχής.

Στην περιοχή του Παγγαίου φυσικά ανήκε και η γνωστή σε όλους μας Αμφίπολη, η οποία τότε ονομαζόταν “Εννέα Οδοί”. Το πρώτο όνομά της η πόλη το απέκτησε εξαιτιάς της σημαντικότητας που είχε η θέση της για τις εργασίες στο Παγγαίο. Συγκεκριμένα, από την πόλη ξεκινούσαν εννέα δρόμοι που εκτείνονταν ακτινωτά προς εννέα εμπορικά κέντρα, ώστε να διαμοιραστούν τα πολύτιμα μέταλλα που εξορρύσονταν.Οι Εννέα Οδοί ήταν μια από τις 3 μόνο πόλεις που είχαν το δικαίωμα να “κόψουν” χρυσό νόμισμα (η 2η ήταν η γειτονική Φάγρι, η οποία ήταν Ιωνικό κέντρο και η 3η ήταν η Ορέσκεια που αποτελούσε κέντρο των Θασιτών). Ένας δεύτερος εξίσου σημαντικός λόγος της σημαντικότητας της πόλης ήταν ότι λόγω της θέσης της ήλεγχε τις εισαγωγές-εξαγωγές από την Κερκινίτιδα Λίμνη, στην οποία υπήρχε άφθονος πλούτος κτηνοτροφικών, αλλιευτικών και προϊόντων ξυλείας.

Παγγαίο. Η περιοχή της Αμφίπολης.

Η πρώτη παρουσία των Αθηναίων στο Παγγαίο ήταν μέσω του Πεισίστρατου. Ο Πεισίστρατος εξορίστηκε το 556 π.χ. από την Αθήνα και κατέφυγε στο Παγγαίο, στο οποίο έμεινε 10 χρόνια και πλούτισε. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα και εγκαθίδρυσε την γνωστή τυραννεία του. Ο Πεισίστρατος μετά την επιστροφή του στην Αθήνα συνέχισε να διατηρεί τις υποδομές του στο Παγγαίο, οι οποίες πλέον ήταν διατεθειμένες για την ανάπτυξη όλης της πόλης-κράτους των Αθηνών.

Οι Πέρσες αντιλαμβανόμενοι την υψηλότατη διάθεση σε μετάλλο στην περιοχή του Παγγαίου, ξεκίνησαν την επίθεσή τους για την κατάκτηση του το 512 π.Χ. και το κατάφεραν μόλις έναν χρόνο μετά, το 511 π.Χ. Με την άφιξη των Περσών οι Αθηναίοι εκδιώχθηκαν από την περιοχή. Οι Αθηναίοι επιθυμόντας να ανακαταλλάβουν την περιοχή από τους Πέρσες, πρόεβησαν σε δύο αντιπερισπασμούς: εκδήλωσαν την γνωστή Ιωνική Επανάσταση και υποκίνησαν επανάσταση στα τοπικά φύλα που κατοικούσαν στην περιοχή του Παγγαίου. Η 1η ως γνωστόν απέτυχε, αλλά όσο αφορά την 2η, τα τοπικά φύλα χολωμένα από την συμπεριφορά των Περσών κατάφεραν και εξεδίωξαν τους Πέρσες από την περιοχή, φέρνοντας την επάνοδο των Αθηναίων στο Παγγαίο, προκαλώντας παράλληλα την οργή του Δαρείου, η οποία απεικονίζεται γλαφυρά στην διαταγή του προς έναν υπηρέτη του να του υπενθυμίζει καθημερινά: “Βασιλια, μη ξεχνάς τους Αθηναίους”.

Σύμφωνα με τον συγγραφέα κ. Αστέριο Τσίντσιφο λοιπόν, η παραπάνω αντιπαλότητα για την υπεροχή στο Παγγαίο και τα περίφημα μεταλλεία του, προκάλλεσε τις Περσικές εκστρατείες εναντίον των Ελλήνων. Στην πρώτη εκστρατεία οι Πέρσες ανακατέλαβαν και πάλι την περιοχή του Παγγαίου και ύστερα στράφησαν εναντίον των Αθηναίων. Με το πέρας και της δεύτερης εκστρατείας – με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα – οι Αθηναίοι επανήλθαν και πάλι ισχυροί στην περιοχή του Παγγαίου και ίδρυσαν την περίφημη Δηλιακή (Αθηναϊκή) Συμμαχία, μέσω της οποίας φορολογούσαν τις συμμαχικές πολείς-κράτη με υψηλό φόρο, για να τους παρέχουν προστασία από τους Πέρσες. Παράλληλα, εκδίωξαν από την περιοχή τους Χαλκιδείς, οι οποίοι είχαν συμμαχήσει νωρίτερα με τους Πέρσες.

Το 465 π.Χ., οι Θασίτες, στους οποιούς επιβάλλοντο ο βαρύτερος φόρος, αποστάτησαν. Με την καταστολή της αποστασίας των Θασιτών και με αφορμή αυτής, οι Αθηναίοι κατάφεραν να γίνουν οι ισχυρότεροι στην περιοχή του Παγγαίου. Ο επόμενος μεγάλος στόχος των Αθηναίων ήταν η κατάληψη της πόλης των Εννέα Οδών, λόγω της σημαντικότητας της για την οποία οι λόγοι προαναφέρθηκαν. Με την κατάληψη της πόλης οι Αθηναίοι έγιναν οι απόλυτοι κυρίαρχοι στο Παγγαίο, γεγόνος που σηματοδότησε την έναρξη του Χρυσού Αιώνα του Περικλή.

Η μεγάλη άνοδος των Αθηναίων φόβισε την υπόλοιπη Ελλάδα, και κυρίως τους Σπαρτιάτες που αποτελούσαν το αντίπαλο δέος. Ο Πελλοπονησιακός Πόλεμος δεν άργησε να έρθει. Όλα τα παραπάνω μας δείχνουν ότι το Παγγαίο και η κατοχή των πόρων του αποτελεί βαρόμετρο για τα τεκτενόμενα της εποχής και της ισχύος των ανταγωνιζόμενων δυνάμεων.

Με την λήξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, και καθώς οι Σπαρτιάτες ύστερα από την νίκη τους επί των Αθηναίων, δεν θέλησαν οι ίδιοι να εκμεταλευτούν το Παγγαίο, οι Χαλκιδέοι και οι Θασίτες έγιναν ξανά οι κυρίαρχοι της περιοχής. Οι Μακεδόνες, ως σύμμαχοι των Αθηναίων, έχασαν κι εκείνοι την πρόσβαση τους στην εκμετάλλευση των μεταλλευμάτων του Παγγαίου. Όταν αργότερα έγινε βασιλιάς των Μακεδόνων ο Φίλλιπος Β’, αντιλαμβανόμενος την σημασία του Παγγαίου για να επιτύχει τα μεγαλεπήβολα σχέδια του, έπρεπε να έρθει αντιμέτωπος με 3 παράγοντες, ώστε να γίνει κύριος του Παγγαίου: να αντιμετωπίσει τους Χαλκιδέους που εξουσιάζουν το μισό Παγγαίο, τους Θασίτες που εξουσίαζουν το υπόλοιπο κομμάτι και να ανακαταλάβει την Αμφίπολη, η οποία αποτελούσε το σημαντικότερο σταυροδρόμι της περιοχής. Όταν ο Φίλιππος Β’ κατόρθωσε να αντιμετωπίσει αυτά τα τρία με επιτυχία, η Μακεδονική Δυναστεία απέκτησε τις κατάλληλες βάσεις για να υπερισχύσει στον Ελλαδικό χώρο, και αργότερα με τον Μέγα Αλέξανδρο σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο.

ΠΗΓΕΣ:

«Πέριξ Παγγαίου Ήπειρος», Αστέριος Τσίντσιφος